Τρίτη 15 Φεβρουαρίου 2022

Υπατία
24 γράμματα εκδόσεις


κριτική από τον Δρ Απόστολο Τριφύλλη και τη φιλοξενία στο fractal

Στο έργο του με τίτλο «Υπατία» ο Δημήτρης Βαρβαρήγος τέθηκε ενώπιον της πρόκλησης να σκιαγραφήσει μια μεγάλη μορφή των ελληνικών γραμμάτων, τη νεοπλατωνική φιλόσοφο, μαθηματικό και αστρονόμο Υπατία. Και συνιστά πρόκληση αυτή η συγγραφική προσπάθεια για δυο λόγους. Αφενός μεν διότι τα πενιχρά ιστορικά δεδομένα που διαθέτουμε για την Υπατία υπονομεύουν τη συγγραφική προσπάθεια συλλογής και σύνθεσης των στοιχείων εκείνων σχετικά με τη ζωή και το έργο της που θα επιτρέψουν στον αναγνώστη να ανακαλύψει τη αλήθεια. Αφετέρου δε διότι ο συγγραφέας καλείται ν’ αναπλάσει μια σκοτεινή ιστορική περίοδο, η αναδίφηση της οποίας εξακολουθεί ν’ αποτελεί μια ανεπιθύμητη πνευματική ενασχόληση για όσους η θρησκευτική προκατάληψη εμποδίζει την κριτική επαφή με την ιστορική αλήθεια.

Καθοριστική για την επιτυχή αντιμετώπιση αυτής της διπλής πρόκλησης στάθηκε η συνειδητή αποφυγή εκ μέρους του συγγραφέα λεπτομερών ιστορικών αναφορών σε πρόσωπα και γεγονότα με εξαντλητικές παραπομπές κι ανούσιες παρεκβάσεις, καθώς κάτι τέτοιο θ’ απέβαινε εις βάρος της μυθοπλαστικής δύναμης του έργου. Αφήνει λοιπόν την καθημερινότητα της Αλεξάνδρειας του 5ου αιώνα να λειτουργήσει ως αντανάκλαση των ευρύτερων ιστορικών αλλαγών που σηματοδοτούν τη σταδιακή διαμόρφωση του εκχριστιανισμένου imperium, αυτού που οι μεταγενέστεροι ιστορικοί θα ονόμαζαν βυζαντινό κράτος. Ο συγγραφέας τοποθετεί την Αλεξάνδρεια της Υπατίας στην αρχή του τέλους μιας ένδοξης πορείας. Η πολιτισμική κι εμπορική μητρόπολη της ανατολικής μεσογείου με την πρωτόγνωρη συσσώρευση γνώσεων και πλούτου που μαγνήτιζε εποίκους από κάθε άκρο τη Δύσης και της Ανατολής, βαδίζει αργά αλλά σταθερά στο μαρασμό και την καταστροφή.

Η πορεία αυτή καθίσταται νομοτελειακή από τη στιγμή που εκδηλώνεται η αδιάλλακτη έλλειψη ανοχής των χριστιανών έναντι δύο αξιών που απετέλεσαν τους στύλους του αλεξανδρινού θαύματος. Η πρώτη αξία που ενεργά αμφισβητείται είναι αυτή της πολυπολιτισμικότητας και της ανεξιθρησκίας. Η αρμονία που οι Πτολεμαίοι πέτυχαν από την ανενδοίαστη αποδοχή της φαραωνικής παράδοσης και την ελεύθερη συνδιαλλαγή ελληνικών και ιθαγενών δοξασιών θρυμματίζεται υπό το βάρος της μισαλλοδοξίας των χριστιανών. Η μισαλλοδοξία αυτή εκφράζεται με την καταστροφή εθνικών κέντρων λατρείας, όπως το Σεράπειο και κέντρων μάθησης, όπως το Μουσείο και η βιβλιοθήκη, αλλά και με την ηθική ή φυσική εξόντωση πληθυσμιακών ομάδων που εκφράζουν διαφορετική θεώρηση των πραγμάτων, όπως η εβραϊκή κοινότητα.

Η δεύτερη αξία που τίθεται υπό αμφισβήτηση είναι η ελευθερία της σκέψης. Η ελληνορωμαική Αλεξάνδρεια έλαμψε κατά κύριο λόγο επειδή ενθάρρυνε με κάθε τρόπο την ανάπτυξη της φιλοσοφίας και της επιστήμης. Στην Αλεξάνδρεια όμως της Υπατίας η πίστη αντικαθιστά την έρευνα και η επιστήμη θεωρείται προσβολή προς τα θεία. Οποιαδήποτε επιστημονική έρευνα κατηγορείται συλλήβδην ως μαγγανεία και όσοι υπηρετούν επιστήμες ή απλώς το δικαίωμα τους να σκέφτονται ελεύθερα από αυθεντίες και δόγματα καταδιώκονται απηνώς από αδίστακτες ομάδες κρούσης. Η φιλοσοφία χαρακτηρίζεται ελληνιστική βλακεία, ενώ η δραματουργία περιφρονείται ως έκλυση των ηθών.

Ο συγγραφέας αποδίδει στην Αλεξάνδρεια της παρακμής διττό ρόλο. Από τη μια πλευρά τη μετατρέπει σ’ ένα κλοιό που διαρκώς περισφίγγει την Υπατία και δεν της αφήνει διέξοδο διαφυγής πλην της παραίτησης και του συμβιβασμού.

Η ανάμνηση των ένδοξων στιγμών του παρελθόντος πληγώνει το παρόν, γεμίζει την Υπατία με ανείπωτη μελαγχολία για την πόλη που πεθαίνει και τελικά αναδεικνύει την ηρωίδα σε θύμα των αμείλικτων νόμων της ιστορίας, ως ένα ακόμα παράδειγμα ανθρώπων που ακάμαντα υπερασπιζόταν τις ιδέες του σε μια εποχή που αρνιόταν στη φαντασία να κινηθεί ελεύθερα και ν’ ανελιχθεί στο χώρο των επιστημών και των τεχνών. Και είναι μεγάλος ο πειρασμός να παραλληλιστεί η πορεία της Υπατίας μ’ εκείνη του Σωκράτη ή του Τζιορντάνο Μπρούνο.

Από την άλλη πλευρά ο συγγραφέας αναδεικνύει την Αλεξάνδρεια σε δραματικό παράδειγμα αυτού που ονομάζουμε ιστορική αναγκαιότητα. Και στην προκειμένη περίπτωση ιστορική αναγκαιότητα αποτελούσε η αρμονική συνεργασία Κράτους Εκκλησίας, απαραίτητη για την εξυπηρέτηση μιας διπλής σκοπιμότητας. Αφενός μεν οι αυτοκράτορες χρειάζονταν τη βοήθεια της πνευματικής εξουσίας για τη διασφάλιση της ενότητας στο εσωτερικό του κράτους προκειμένου να αντιμετωπιστούν με επιτυχία οι επιδρομές των βαρβαρικών λαών, αφετέρου δε η εκκλησία χρειαζόταν τη βοήθεια της κοσμικής εξουσίας για να επιβάλλει το δόγμα της σε εθνικούς και αιρετικούς προκειμένου να ορθοτομηθεί ο λόγος της αλήθειας. Τίμημα αυτής της άτυπης συμφωνίας υπήρξε η πολιτιστική ρήξη με το παρελθόν και τις αξίες που αντιπροσώπευε.

Και αν παραπάνω περιγράφηκε η διεισδυτική προσέγγιση των ιστορικών συμφραζομένων με επίκεντρο την Υπατία και την Αλεξάνδρεια ως ένας άξονας επί του οποίου η συγγραφική πένα, ο έτερος άξονας που τέμνει δημιουργικά το πρώτο, δεν είναι άλλος από την απόδοση της Υπατίας ως μιας ακέραιας γυναικείας προσωπικότητας με φόντο την αντιπαράθεση της με το δογματισμό της εποχής της.

Ο συγγραφέας χωρίς να αναλωθεί σε θεωρητικές αναλύσεις ή ν’ ακυρώσει την αναγνωστική τέρψη παρασυρόμενος σε δύσβατους μαιάνδρους φιλοσοφικών ή επιστημονικών συστημάτων, πετυχαίνει ν’ αναδείξει μέσα από φανταστικούς διάλογους πραγματικών προσώπων τη βιοθεωρεία της Υπατίας και μέσα από μυθοπλαστικά επεισόδια μια στάση ζωής που διαχέεται σ’ όλες τις εκφάνσεις της από την αταλάντευτη αφοσίωση της Υπατίας στα ιδανικά και τα πιστεύω που πρέσβευε. Οι απόψεις της Υπατίας ενσωματώνονται αβίαστα στη διήγηση, χωρίς να θολώνουν την πλοκή.





Δημήτρης Βαρβαρήγος



Ωστόσο η Υπατία δεν παρουσιάζεται μονοδιάστατα ως ένας αυστηρά δομημένος άνθρωπος χωρίς αδυναμίες, αλλά παράλληλα και ως μια γυναίκα με πλούσιες αισθήσεις που ποθεί να ζήσει και να χαρεί τις ομορφιές της ζωής. Αυτή η λαχτάρα για τη ζωή βρίσκει διέξοδο στο πρόσωπο του χριστιανού έπαρχου Ορέστη, με τον οποίο αναπτύσσει στενή φιλία και πλατωνικό δεσμό, παρά τις υστερόβουλες μομφές του κλήρου που θεώρησαν τον έρωτα αυτό προσβλητικό, το πνεύμα της Υπατίας επικίνδυνο και την προσέγγιση του έπαρχου ως όχημα υποκίνησης εχθρικών ενεργειών.

Ως μια άλλη όμως Αντιγόνη, χωρίς ποτέ να πάψει ειλικρινά ν’ αγαπά τον Αίμωνα της, δεν υπέκυψε στις παρακλήσεις του έπαρχου να δείξει διάθεση διαλλακτικής υποχωρητικότητας και δεν θέλησε ν’ αποφύγει το τίμημα της συνεπούς τήρησης του ηθικού χρέους, τη θυσία του υπέρτατου αγαθού της ζωής της. Για την Υπατία θα ήταν πλάνη μια ζωή απογυμνωμένη από τα ιδανικά που γαλούχησαν το χαρακτήρα της. Γι’ αυτό και με θάρρος λέει στον Ορέστη.



«Τι αξία έχει ο χαμός μιας γυναίκας όταν είναι θέμα χρόνου το τέλος ενός πολιτισμού. Ξέρεις, πολλές φορές σκέφτομαι πως είμαι τυχερή που θα φύγω πρώτη και δεν θα δω τον αφανισμό αυτού του ένδοξου πνεύματος».



Σε αυτή την προδιαγεγραμμένη πορεία προς το θάνατο επιλέγει αφυώς να εστιάσει την προσοχή του ο Δημήτρης Βαρβαρήγος, χωρίς περιττές συναισθηματικές εξάρσεις και μορφολογικά στολίδια. Η δύναμη της μοίρας της Υπατίας καθιστά μονόδρομο την απλότητα του ύφους, τη λιτότητα των εκφραστικών μέσων και τη ρεαλιστική απόδοση των γεγονότων.

Ο λόγος γλαφυρός και παραστατικός υπηρετεί την κινηματογραφική πλοκή των επεισοδίων και διατηρεί αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη μέχρι και την τελευταία σελίδα.

Ολοκληρώνοντας την ανάγνωση αυτού του βιβλίου έχει κανείς την αίσθηση ότι αναμετρήθηκε με το μεγαλείο ενός ανθρώπου που φάνηκε μέσα από το μέγεθος της πίστης του. Και η προσφορά του Δημήτρη Βαρβαρήγου είναι ότι αποκαθιστά στην ελληνική βιβλιογραφία μια γυναίκα που αδικήθηκε όχι μόνο από την εποχή της, αλλά και από την ιστορία κι ενδυναμώνει την ιστορική αυτογνωσία του ελληνικού αναγνωστικού κοινού, καλύπτοντας κενά της σχολικής εκπαίδευσης.

Ίσως ο καλύτερος τρόπος για να κλείσει αυτή η σύντομη αναφορά μου είναι το ακόλουθο απόσπασμα με την Υπατία να λέει: «κοινή μοίρα όσων οι γνώσεις προηγούνται της εποχής τους. Ποτέ σε καμιά περίοδο της ιστορίας, κανέναν επιστήμονα ή φιλόσοφο δεν αποδέχθηκαν η κοινή γνώμη και το κατεστημένο εύκολα. Δεν θα απογοητευθώ, ο χρόνος θα φέρει τη στιγμή που οι γνώσεις αυτές θα είναι χρήσιμες και αναγκαστικά θα χρησιμοποιηθούν ακόμη κι από αυτούς που κάποτε τις πολεμούσαν».

Και μπορεί οι εργασίες στην άλγεβρα και την τριγωνομετρία και κυρίως η μελέτη της για τις κωνικές τομές να ανακαλύφθηκαν εκ νέου και να αξιοποιήθηκαν από το κίνημα του διαφωτισμού, ωστόσο σήμερα σε μια εποχή που η θρησκευτική μισαλλοδοξία εξακολουθεί να θέτει εμπόδια στην ελευθερία της σκέψης και να τροφοδοτεί αδιέξοδες συγκρούσεις, η Υπατία, ως παράδειγμα θάρρους και ακεραιότητας και ως φορέας του μηνύματος ότι η γνώση αποτελεί τον ασφαλέστερο δρόμο προς την ελευθερία, παραμένει επίκαιρη όσο ποτέ. Και ο Δημήτρης Βαρβαρήγος μας χαρίζει ένα πολύτιμο εργαλείο για να την προσεγγίσουμε και να την ερμηνεύσουμε.

* Από τον Απόστολο Τριφύλλη, καθηγητή φιλόλογο στο πανεπιστήμιο του Βελιγραδίου.

Συνέντευξη και το περιοδικό Υδράνη για το αφιέρωμα στο ένθετο Έλληνες λογοτέχνες.


Πως ξεκινήσατε να γράφετε; Ποια ήταν η αφορμή να αφοσιωθείτε στη τέχνη του λόγου;

Ήταν έμφυτο απ’ ότι αποδεικνύεται τώρα, ένα χάρισμα που δόθηκε αλλά δε το άφησα στην τύχη του. Σε αυτό συνέβαλλε και η πρώτη παιδεία που πήρα από τους γονείς μου. Αγαπούσαν το διάβασμα, αγόραζαν βιβλία και παρά τις δύσκολες συνθήκες διαβίωσης παρακολουθούσαν και θεατρικές παραστάσεις. Γενικά ήταν φιλότεχνοι· κι αυτή η αγάπη τους, πέρασε και σε μένα κι έτσι αφοσιώθηκα στη συγγραφή. Τώρα αυτή η ενασχόληση μου με τη λογοτεχνία είναι όπως το οξυγόνο που αναπνέω.

Οι ήρωες, οι χαρακτήρες των βιβλίων σας είναι υπαρκτοί; 

Σε ορισμένα βιβλία μου, ναι, είναι. Ειδικά στο βιβλίο, «Πίστη και Περηφάνια». Είναι οικογενειακή σάγκα καθώς η ιστορία των ηρώων ξεκινάει από 1868 στην Νάπολη της Ιταλίας, έρχονται στη Ζάκυνθο και κατόπιν στην Αθήνα. Ζουν όλα τα γεγονότα της σύγχρονη ιστορίας μας, μέχρι τα μέσα του προηγούμενου αιώνα με τον 2ο Παγκόσμιο πόλεμο και τον εμφύλιο. Οι κύριοι χαρακτήρες αυτού του βιβλίου είναι αληθινοί και κάποιοι δευτερεύοντες επινοημένοι για να στηρίξουν την ιστορία.

 Υπάρχει σε κάθε βιβλίο σας ο καλός και ο κακός;

Πάντα, όπως και στη ζωή μας που υπάρχουν χαρακτήρες με αυτά τα στοιχεία. Όπως η μέρα διαδέχεται το σκοτάδι και αντίστροφα. Όπως η ειρήνη και ο πόλεμος. Όλα στη ζωή έχουν το αντίπαλο δέος. Όσον αφορά τη λογοτεχνία δεν θα υπήρχε ενδιαφέρον σε ένα κείμενο αν δεν υπήρχαν οι δραματικές κορυφώσεις· κι αυτές υφίστανται όταν υπάρχουν συγκρούσεις, εμπόδια, δοκιμασίες.

 Εμβαθύνετε στις ψυχές των ηρώων;

Σίγουρα, είναι ένα μαγικό ταξίδι στη λογοτεχνία. Η πρόζα έχει αυτό το προνόμιο να δίνει την ευχέρεια να αναλύεις διεξοδικά τους χαρακτήρες μέσα από τη δράση τους. Οι 5 αισθήσεις είναι ένα καλό εργαλείο στα χέρια του συγγραφέα. Μπορεί να δομήσει στους ήρωες του με αληθοφάνεια όταν είναι βασισμένοι στον συναισθηματικό τους κόσμο. Κόσμος, που βέβαια ξεκινάει από τα παιδικά του χρόνια. Αυτή η πρώιμη περίοδος είναι που δίνουν βάθος στην προσωπικότητα του κάθε ανθρώπου και άρα στους χαρακτήρες που μεταπλάθω. Ότι μαθαίνουμε στο παρελθόν, αντικατοπτρίζουν τις πράξεις και τις συμπεριφορές μας στο παρόν και το μέλλον μας.

 Η κακοποίηση παιδιού ή γυναίκας, η χρησιμοποίηση βίας, οποιαδήποτε μορφής, είναι άσχημα φαινόμενα της κοινωνίας μας, όχι μόνο παλαιότερα αλλά και σήμερα. Πως πιστεύετε ότι πρέπει να αντιμετωπιστούν αυτά τα φαινόμενα;

Όνειδος. Δεν υπάρχει μεγαλύτερο κακό -σωματικό και ψυχικό- που μπορεί να κάνει κάποιος σε έναν οργανισμό.

Τα φαινόμενα ενδοοικογενειακής βίας και σεξουαλικής παρενόχλησης μπορούν να σταματήσουν όταν σπάει η σιωπή του θύματος. Η σιωπή είναι η τροφή του θύτη, όσο το θύμα σωπαίνει τόσο ο θύτης γίνεται ανεξέλεγκτος. Πίσω από κάθε φόβο κρύβεται μια κραυγή γι’ αυτό πρέπει να σπάει η σιωπή και να φωνάζει: Παράτα με!

Στο βιβλίο μου έδωσα ακριβώς αυτό τον ηχηρό κι αντισυμβατικό τίτλο, «Παράτα Με», με πρόθεση να σπάσει η σιωπή. Αυτό το σκληρό θέμα πραγματεύεται. Και το απέδωσα με ωμό ρεαλιστικό και κυνικό τρόπο για να μην ωραιοποιηθεί μέσα από τον αφηγηματικό κορμό της λογοτεχνίας. Θέλησα και προσπάθησα να δώσω την πραγματικά σκληρή διάσταση του ζητήματος, μήπως και αφυπνιστούν κάποιες ίσως συνειδήσεις.

 Έχετε τη γνώμη ότι η Παιδεία και η Λογοτεχνία συμβάλλουν στον περιορισμό αυτών των φαινόμενων;

Όσο τους είναι εφικτό. Όλα πιάνουν τόπο μέχρι κάποιο βαθμό. Χρέος λοιπόν και της λογοτεχνίας είναι να συμβάλλει κατά το μέτρο των δυνατοτήτων της σε αυτό το σοβαρό θέμα. Η παιδεία παίζει σημαντικό ρόλο και σε αυτό τον τομέα των ανθρώπινων σχέσεων και ιστοριών, αλλά κατά την περίοδο ωρίμανσης ενός ανθρώπου εμφανίζεται μια κατάσταση σπρωγμένη από πόθους και πάθη χαρίζοντας του μιαν ακραία απελευθέρωση των πράξεων του. Αυτό δείχνει πως σε κάποιους οργανισμούς υπάρχουν σκοτεινές ανάγκες που βγαίνουν στο φως κι έρχονται σε αντίθεση με τα παραδοσιακά ηθικά πρότυπα σεβασμού και αξιοπρέπειας απέναντι στον άλλον.

 Ασχολείσθε συχνά με το ιστορικό Μυθιστόρημα. Γιατί; Υπάρχει κάποιος ιδιαίτερος λόγος ή είναι εσωτερική σας ανάγκη;

Θεωρώ φόρο τιμής να γράφω για ανθρώπους που στο πέρασμα της ζωής τους με την σπουδαία δράση τους έβαλαν ένα λιθαράκι στην εξέλιξη του ανθρωπίνου γένους, ώστε να γίνει ο κόσμος καλύτερος και πιο υποφερτός. Έγραψα την «Υπατία», αυτή την σπουδαία προσωπικότητα και είμαι περήφανος που το βιβλίο μου αγαπήθηκε από το ευρύ κοινό φτάνοντας στην 11η έκδοση του και με ανοιχτούς πάντα δρόμους μπροστά του. Το ιστορικό μυθιστόρημα έχει πολύ μελέτη και για μένα αυτή η διεργασία είναι ένα πολύ όμορφο και σπουδαίο ταξίδι γνώσης στο ένδοξο παρελθόν.

 Έχετε γράψει θεατρικά έργα, μυθιστορήματα, δοκίμιο για τη δημιουργική γραφή. Υπάρχει κάποιο είδος από αυτά που σας προσφέρει μεγαλύτερη ευχαρίστηση;

Όλα τα είδη μου δίνουν την ίδια ικανοποίηση όταν τελειώσουν και είναι σε υψηλό επίπεδο απόδοσης. Είναι δημιουργίες όμορφες που η κάθε μία ανταποκρίνεται στο αντίστοιχο κοινό της.

 Τι είδους λογοτεχνικά έργα προτιμάτε ως αναγνώστης;

Τα πάντα, αρκεί να διαβάζονται. Δεν κατακρίνω κανέναν και λυπάμαι που εκφέρω αυτή την άποψη, αλλά πολλοί άνθρωποι που ασχολούνται επιφανειακά με το γράψιμο δεν μπαίνουν σοβαρά σε βάθος και πέφτουν στην παγίδα μόνο του φαίνεσθαι. Αυτό είναι ικανό να κάνει αρκετούς αναγνώστες επιφυλακτικούς στις επιλογές τους.

 Ποιοι οι αγαπημένοι σας συγγραφείς;

Δύσκολη ερώτηση, ποιον να αναφέρω και ποιον όχι. Είναι πολλοί σύγχρονοι Έλληνες με δυνατή πένα και με απαράμιλλη αξία που δεν έχουν να ζηλέψουν τίποτα από τους αντίστοιχους ξένους. Η κλασική λογοτεχνία ανέκαθεν ήταν και θα παραμείνει στα ζητούμενα μου ως δοκιμιακό εργαλείο για την εξέλιξη της γραφής μου.

 Πιστεύετε ότι σε κάθε βιβλίο πρέπει να υπάρχει κάποιο κέντρισμα σκέψης ή ένα μήνυμα για τον αναγνώστη;

Κάθε βιβλίο ξεκινάει από κάποιο κέντρισμα. Η λεγόμενη έμπνευση. Και κάθε βιβλίο περνάει κάποιο μήνυμα μέσα από το κείμενο του και τις δράσεις των ηρώων του.

 Η διδασκαλία Δημιουργικής Γραφής νομίζετε ότι είναι απαραίτητη για τους ανθρώπους που θέλουν να ασχοληθούν με τη συγγραφή;

Δεν νομίζω ότι ένας άνθρωπος τα ξέρει όλα. Άλλωστε, σε κάθε τέχνη υπάρχει η τεχνική της και βοηθάει πολύ συχνά τους επίδοξους συγγραφείς να τους δώσει άμεσες λύσεις και απαντήσεις. Υπάρχουν κάποιοι κανόνες που διέπουν ένα λογοτεχνικό κείμενο οι οποίοι είναι σοβαροί για την εντελέχεια του κειμένου. Βέβαια σε καμία περίπτωση δεν θα γίνεις συγγραφέας από τη διδαχή της και μόνο. Δεν υπάρχει κάποιο μαγικό ραβδάκι που θα σε κάνει συγγραφέα αν δεν υπάρχει μέσα σου η φλόγα. Κι από την άλλη ότι μαθαίνουμε δεν είναι εις βάρος μας. Φυσικά δεν τα ξέρουμε όλα, πάντα όσο περνάει χρόνος μαθαίνουμε· κι αυτό δεν είναι κακό ούτε επιλήψιμο όταν κάποιος πάρει μερικά μαθήματα δημιουργικής γραφής. Στην πορεία θα αντιληφθεί ότι θα του φανούν ωφέλημα.

 Πιστεύετε ότι ένας συγγραφέας θα πρέπει να ασχολείται με διαφορετικά είδη λογοτεχνίας ή με ένα συγκεκριμένο;

Ο συγγραφέας που ασχολείται σοβαρά με το γράψιμο είναι λογικό να γράφει για όλα τα είδη κι όχι μόνο για ένα συγκεκριμένο είδος. Αρκεί σε όλα να είναι εντός θέματος και να υπάρχει ποιότητα απόδοσης.

 Πως νιώσατε όταν είδατε για πρώτη φορά ένα βιβλίο σας στην προθήκη ενός βιβλιοπωλείου;

Η πρώτη φορά είναι η μεγάλη έκπληξη και η θετικότερη εντύπωση που αφήνει. Έζησα απεριόριστη χαρά μαζί με ένα μεγάλο κομμάτι ευγνωμοσύνης για το σπουδαίο που μου χαρίστηκε και το έζησα.

 Το βιβλίο περνάει κρίση εξ αιτίας της εξέλιξης της εποχής μας. Το ηλεκτρονικό βιβλίο έχει μπει στη ζωή μας. Πιστεύετε ότι το e-book θα νικήσει το έντυπο; Θα νικήσει τη μυρωδιά του χαρτιού και την αίσθηση του αγγίγματος;

Βρισκόμαστε σε μια μεταβατική περίοδο όπου η ζωή που γνωρίζαμε μέχρι σήμερα θα αλλάξει ύφος μέσα από την ψηφιακή επανάσταση. Δεν θα μπορούσε να μείνει και το βιβλίο έξω από αυτή την ενδεχόμενη αλλαγή. Γεγονός είναι ότι σε ένα stick έχεις στην τσέπη σου μια ολόκληρη βιβλιοθήκη κι επιλέγεις ότι θέλεις στη στιγμή. Βεβαίως η κλασικότητα του έντυπου βιβλίου δεν θα χαθεί ποτέ. Ίσως μειωθεί η παραγωγή του κι αυτό από την άλλη είναι κάπως παρήγορο για τον πλανήτη μας καθώς πολλά δέντρα θα γλιτώσουν την πολτοποίηση για την δημιουργία χαρτιού. Ίδωμεν.

 



Βιογραφικό

Ο Δημήτρης Βαρβαρήγος γεννήθηκε στη Αθήνα. Αποφοιτά από αγγλική σχολή λογοτεχνίας «awarded by the writing scool» και γράφει σίριαλ για την τηλεόραση, Θέατρο και Λογοτεχνία. Έχουν ανέβει 5 θεατρικά έργα του. Έχει γράψει συνολικά 24 βιβλία. 16 μυθιστορήματα ενηλίκων και 8 παιδικά. Το βιβλίο «Υπατία» παρουσιάστηκε στην κεντρική αίθουσα της βιβλιοθήκης στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου το 2007. Τελευταία του μυθιστορήματα είναι: «Πίστη και Περηφάνια & Παράτα με».

Ραδιοφωνικός παραγωγός στην εκπομπή «Μέσα από Σένα», στο Greek Radio and news Florida


https://online.fliphtml5.com/lrfj/wjid/?fbclid=IwAR268IrjW6MIwM1UhGTrnQCV9S8-VSzCQaDAMXEg-DCHz4VIBxz_4SA1GgI#p=1

https://online.fliphtml5.com/lrfj/wjid/...


 Ο Δημήτρης Βαρβαρήγος, συνομιλεί με τον Ελπιδοφόρο. Ιντζέμπελη, σε ένα κείμενο με συνενωμένες απαντήσεις, ως προσωπική εκμυστήρευση.


Με βαφτίσανε Δημήτρη, με επώνυμο, Βαρβαρήγο. Η ιστορία μου ξεκινάει κάτω από την Ακρόπολη, στο Θησείο, με βαθιά καταγωγή τη Φλωρεντία. Παππούδες πλούσιοι με τη μισή Αθήνα δική τους. Με τον πόλεμο τα χάνουνε όλα. Πατέρας και μάνα ξεκινάνε μέσα στην ανέχεια και την ορφάνια από το μηδέν να στήσουν από την αρχή τα όνειρά τους.
Μεγάλωσα φτωχικά, σε μια Αθήνα όμορφη και ρομαντική που δεν είχε καμία σχέση με αυτήν που κακομεταχειριζόμαστε σήμερα ανελλιπώς. Μεγάλωνα φτωχικά, αλλά χωρίς να μου λείπει τίποτα. Μοναχογιός, γαλουχήθηκα ως έκφραση με την άνεση μιας αρχοντικής συμπεριφοράς.
Γεννήθηκα στην Αθήνα του 51, αλλά μόλις που πλησιάζω τα 42 μου χρόνια γιατί μόλις πριν από 42 χρόνια αφοσιώθηκα στο γράψιμο και άλλαξα ζωή. Έτσι αθόρυβα ως είθισται να συμβαίνουν τα όμορφα πράγματα, ακολούθησα τη λογοτεχνία, γράφοντας μυθιστορήματα - θεατρικά έργα και ποιήματα.
«Αισθανόμουνα δέσμιος ενός συστήματος που μου στερούσε την ελευθερία»
Μεγάλωνα κι ένιωθα να με τραβούν οι τέχνες. Το αλλιώτικο και διαφορετικό άρχισε να φουντώνει μέσα μου όταν μπήκα στην εφηβεία. Πνίγηκα όταν μου αποκαλύφθηκε η ζωή, βρέθηκα σε έναν διαμορφωμένο κόσμο που έπρεπε κι εγώ να ακολουθήσω όλες τις επιρροές του: την εθνικότητα, την κοινωνική τάξη, τα γένη, τις παραδόσεις, τα ήθη, τα έθιμα, τις αντιλήψεις, τη γλώσσα, τη μόρφωση, τη τέχνη, τους κανόνες ηθικής, την προπαγάνδα, τις οικονομικές πιέσεις, τη τροφή που τρώμε, το κλίμα που ζούμε, την οικογένεια μας, τους φίλους, τις εμπειρίες μας και κάθε άλλη επιρροή που μπορούμε να σκεφτούμε.
Άρα οι αντιδράσεις μου θα έπρεπε να είναι διαμορφωμένες μέσα σε αυτά τα όρια και δεν το άντεχα. Αισθανόμουνα δέσμιος ενός συστήματος που μου στερούσε την ελευθερία. Ήθελα να είμαι κοινωνικός, να είμαι τίμιος και πιστός αλλά όχι με το κόστος της υποτέλειας. Ο άνθρωπος είναι αληθινά ελεύθερος όταν βρίσκεται έξω από αυτή την διαμορφωμένη ασφάλεια που του παρέχουν, όταν δεν αποδέχεται τη βεβαιότητα και την περιχαρακωμένη επιτυχία μέσα από ένα σύστημα. Έξω από αυτά υπάρχει η ελευθερία. Κι όταν τη βρίσκεις όλα είναι πάντοτε καινούρια.
«Αφοσιώθηκα στο γράψιμο και άλλαξα ζωή»
Έτσι ξέσπασα στην καημένη τη λογοτεχνία καθώς η συγγραφή βιβλίων είναι έτσι κι αλλιώς μια ψυχική υπόθεση. Είναι ένα είδος εξορκισμού που θέλει να κατευνάσει τους προσωπικούς δαίμονες μας. Είναι η ελεύθερη έκφραση ενός εσωτερικού κόσμου. Για μένα είναι ένα κομμάτι ως ποσοστό ανάλογο της προσωπικής ελευθερίας μου, μακριά από τις πρακτικές των προκαταλήψεων, προλήψεων και συντηρητισμού. Αμέσως συμμορφώθηκαν οι ακραίες απόψεις μου. Μειώθηκαν οι επιθυμίες μου, άνοιξε το μυαλό μου, γνώρισε η ψυχή μου μια άλλου είδους πληρότητα. Απέκτησε μια άλλη υπόσταση περισσότερο αληθινή. Μου χάρισε την ικανότητα να βλέπω το σημαντικό και στο πιο ασήμαντο Έγινε για μένα στάση ζωής, έγινε μέσα μου τόπος δύναμης. Νομίζω δεν θα ζούσα σοβαρά αν δεν έγραφα.
«Ο άνθρωπος είναι αληθινά ελεύθερος όταν βρίσκεται έξω από αυτή την διαμορφωμένη ασφάλεια που του παρέχουν, όταν δεν αποδέχεται τη βεβαιότητα και την περιχαρακωμένη επιτυχία μέσα από ένα σύστημα»
Είχα αρχίσει το γράψιμο πολύ πιο μπροστά από την εμφάνιση του πρώτου μου βιβλίου γράφοντας θεατρικά. Ο λόγος που δεν τα εξέδιδα ήταν πως δεν ένιωθα την αυτοπεποίθηση που χρειάζεται η δημοσιοποίηση και η έκθεση σκέψεων και απόψεων στο πλατύ αναγνωστικό κοινό. Εφησύχαζα με την άποψη, της ars gratia artis (τέχνη για τη τέχνη). Νόμιζα πως έγραφα για μένα, να γεμίζω τη ψυχή μου και τίποτα άλλο, μου αρκούσε αυτό, νόμιζα. Αργότερα αυτός ο εστετισμός αναθεωρήθηκε και η συνέχεια του είναι στα 24 βιβλία που κυκλοφόρησαν και οκτώ θεατρικά έργα. Έργα ζωής η «Υπατία» που παρουσιάστηκε στην βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας Αιγύπτου και το «Τροία μου-Κραυγές γυναικών», που με επιτυχία ανέβηκε 2016-2017, με τίτλο Λιπεσάνορες, θεατρική παράσταση στο θέατρο Βαφείο.
Και τα δύο βιβλία κυκλοφορούν από τις εκδόσεις 24 γράμματα.
Ευτυχώς δεν έπεσα έξω στην απόφαση μου να εκδοθώ, με δέχτηκε θετικά το αναγνωστικό κοινό, κάτι που με χαροποιεί ιδιαίτερα και μου δίνει αυτοπεποίθηση να συνεχίζω.
Να γιατί γράφω, λοιπόν:
-Γιατί είμαι κι εγώ ένας άνθρωπος σαν όλους τους άλλους που αγωνιούν για το παρόν και το μέλλον κι εκφράζουν τις απόψεις και τις ανησυχίες τους μέσα από την τέχνη.
-Γιατί μου δίνει την ευκαιρία τις στιγμές του γραψίματος να κοιτάζω βαθιά μέσα μου!
-Γιατί με βγάζει από τη ρουτίνα μιας καθημερινότητας που θέλει σάρκα και αίμα για να τραφεί!
-Γιατί μου διώχνει την αυταρέσκεια και τη ματαιοδοξία καθώς όσα εγώ δημιουργώ, δεν τα κρατώ για μένα μόνο αλλά τα μοιράζομαι χωρίς ενδοιασμούς και υποκρισίες με τους Άλλους. Τους αναγνώστες!
-Γιατί δεν μπορώ να γίνομαι ελκυστικός για τους άλλους προσφέροντας μόνο όσα τους ικανοποιούν!
-Γιατί ίσως να πω μερικές λέξεις και για εκείνους που δεν μπορούν να μιλήσουν!
-Γιατί το να γράφεις είναι τόλμη, καθώς εκτίθεσαι δίνοντας τροφή σε κρίσεις κι επικρίσεις. Αδιαφορώ και για τις δύο!
-Γιατί έχω το θάρρος κι αναλαμβάνω το ρίσκο να πείσω τον αναγνώστη, πως εκεί που τον οδηγεί η φαντασία μου και η πλοκή είναι τα σωστά!
-Γιατί είναι ένας χρόνιος συμβιβασμός, μια απόλυτη συμμετοχή του πνεύματος στη τέχνη του λόγου!
-Γιατί σιχαίνομαι την πολιτική!
-Υπάρχουν πολλά γιατί, αλλά σταματάω εδώ γιατί ίσως ν’ αποδειχθούν ενοχικά και κάτι τέτοιο, ειλικρινά, δεν ισχύει. Αλλά τελικά, αν όλα αυτά τα «γιατί» είναι αμάρτημα, το κάνω γιατί μου αρέσει η αμαρτία.









252Χριστοδούλου Δήμητρα, Ιωαννα Χρυσακη και 250 ακόμη

69 σχόλια

3 κοινοποιήσεις

Μου αρέσει!




Σχόλιο


Κοινοποίηση

Η ΝΑΥΜΑΧΙΑ ΤΗΣ ΣΑΜΟΥ
Δημήτρης Βαρβαρήγος

Η κάθε ιστορική αναφορά –σε κάθε ένα χωριστά διήγημα- δοσμένη από την οπτική γωνία των συγγραφέων προσδίδουν έναν πλουραλισμό απόψεων που προβάλλουν τις αξίες ενός λαού που έχει διατηρήσει την ύπαρξή του δια πυρός και σιδήρου έως σήμερα.
Συγχαρητήρια στο Culturebook, και στην ψυχή αυτού τον ποιητή Antonis Skiathas, την ποιήτρια Anna Afentoulidou και στους λοιπούς εξαίρετους συνεργάτες του.
Iστορικό Αρχείο «Ευγενίας Αντωνίου Σκιαθά».



https://www.culturebook.gr/afieromata-2021/200-xronia-apo-tin-elliniki-epanastasi/dimitris-varvarigos-h-nafmahia-tis-samou?fbclid=IwAR1OGyd_KWJiwc3OZZwvYXlvJTLiZDDPZEaAvBjJzNEFNOh6rNaDvJCe0Ls




Το κατώγι του παπά-Φώτη ήταν γεμάτο καπεταναίους. Φούμαραν και μετρούσαν με αγωνία -τρεις γεμάτες ώρες- την κατάσταση. Δεν φοβόντουσαν τον Τούρκο, τον είχαν γραμμένο, άλλωστε είχαν αποδείξει το θάρρος και την τόλμη τους σε άλλες ναυμαχίες που είχαν δώσει.
Αυτό που τους ανησυχούσε ήταν να επιτύχουν άλλο ένα καίριο χτύπημα και λόγιαζαν τα πάντα και κατέστρωναν σχέδια με κάθε λεπτομέρεια.
Τώρα που οι αδελφοί Έλληνες απ' τη Σάμο με αρχηγό τον Καρμανιόλο Λυκούργο Λογοθέτη που σήκωναν κεφάλι κατά των Οθωμανών, ήταν η ευκαιρία να επέμβουν και δεν έπρεπε να τους αφήσουν μόνους και αβοήθητους.
-Ωρέ αδέλφια ένας ψυχωμένος άντρας όρθωσε το ανάστημα του φέρνοντας αυτονομία στη Σάμο, λίγα μίλια από τις ακτές της Μικράς Ασίας. Είναι εύκολος στόχος για το ναυτικό του Σουλτάνου· κι όμως σήκωσε μπαϊράκι με μια φούχτα αντρειωμένους. Φτάνουν μαντάτα στ' αφτιά μου πως ο Μαχμούτ έβαλε πρώτο στόχο την ανακατάληψη του νησιού. Πρέπει να προκάμουμε να βρεθούμε στο πλευρό τους και να βοηθήσουμε τον αγώνα. Είναι χρέος μας στην πατρίδα.
-Έχει δίκιο ο καπετάν Γιώργης Σαχτούρης, δεν πρέπει να αφήσουμε τον Μαχμούτ να καταστρέψει και τη Σάμο, όπως κατάστρεψε τα Ψαρά. Μαύρος Ιούνης και δεν ξεχνιέται, άλλον να μην ξαναζήσουμε, βροντοφώναξε ο Κωνσταντίνος Κανάρης.
-Το πρώτο χτύπημα έδωσε στους Τούρκους ο Κωνσταντής Λαχανάς, αλλά είχε απέναντί του και αυτή τη φάρα των κοτζαμπάσηδων*, που στράφηκαν εναντίον του, λες και είναι Έλληνες από βρώμικη ράτσα βγαλμένοι, ζητώντας από τον τοπάρχη της Ασίας Ελέζογλου, πασά της Ρόδου, χίλιους στρατιώτες και ναυτικό. Μάλιστα, τούτα τα πουλημένα σκουλήκια συγκρότησαν ένα σώμα εκατό μισθοφόρων για να φυλάει τον αρμοστή Αχμέτ Σελαχόρ, μαζί βέβαια και τα συφέροντα τους, τις περιουσίες και τα γρόσια τους, λες μωρέ και θα τα πάρουν οι παραδόπιστοι μαζί τους. Γι' αυτό βροντοφωνάζω, πρέπει να λευτερώσουμε το νησί. Μια τέτοια νίκη θα φουσκώσει τον αέρα της λευτεριάς σε όλη τη χώρα, πρόσθεσε ο Σαχτούρης.
-Πέντε κανόνια είχε όλα κι όλα ο Λογοθέτης κι έκανε τα μεμέτια να πηδούνε σα βατράχια να κρυφτούν.
-Μήτε μπαρούτι είχαν. Ας είναι καλά ο δάσκαλος Ιγνάντιος, που με μερικούς γέροντες βοηθούς, το έφτιαχναν από κουτσουλιές πουλιών.
Ξέσπασε στα γέλια η ομήγυρη. Δεν χρειάζονταν άλλα λόγια. Καπεταναίοι με πείρα πολεμική ήταν όλοι τους. Ικανοί Μπουρλοτιέρηδες, ψυχωμένοι άντρες και κάθε λόγος τους ήταν και μια σιγουριά για τον αγώνα.
Ανάμεσα τους ήταν κι ο Λευτέρης, ένα αμούστακο παλικαρόπουλο, ο μικρότερος σε ηλικία σε όλα τα πληρώματα, μόλις 16 χρόνων. Μόλις σώπασαν οι οπλαρχηγοί και πάρθηκε η απόφαση του απόπλου, πετάχτηκε επάνω και φώναξε: «Μεμέτια ερχόμαστε!»
Μικρός σε ηλικία, αλλά είχε το χάρισμα να είναι ο πρώτος σκοπευτής στο μπρίκι του Σαχτούρη. Ο μικρότερος μπουρλοτιέρης που δεν του ξέφευγε στόχος όταν βρισκόταν πλεούμενο μπροστά στο κανόνι του.
Το ίδιο βράδυ ετοίμασαν τα καράβια τους και το ξημέρωμα της 30ης Ιουλίου του 1824 απέπλευσαν με τον ούριο άνεμο της λευτεριάς να φουσκώνει άρμπουρα και στήθια.

Με Υδραίικα και Σπετσιώτικα πλοία έπλεε στα ανοιχτά της Ικαρίας ο στόλος, με στραμμένη την προσοχή μην και φανούν απ' τα παράλια της Πόλης, τούρκικα πλοία. Η έμπειρη αρχηγία του Υδραίου Γεωργίου Σαχτούρη και τον Ψαριανού Κωνσταντίνου Κανάρη, φούσκωναν σε όλους την εμπιστοσύνη ότι θα πετύχουν το στόχο τους. Αποφασισμένοι για τη νίκη. Αποφασισμένοι για τον θάνατο αν ήταν γραφτό να πέσουν για την πατρίδα, παρέμεναν κάθε στιγμή έτοιμα τα πληρώματα για την επερχόμενη συνάντηση.
Ο Λευτέρης με σφιγμένα δόντια και στραμμένη την προσοχή στον ορίζοντα, μουρμούριζε παρακάλια στον Αι Νικόλα να ξεμυτίσουν τα τούρκικα πυρπολικά για να τα βυθίσει.
Σουρούπωνε όταν έφταναν στο Καρλόβασι δίχως κάποια περιπέτεια ή εμπόδιο. Όσο πλησίαζαν όμως τα παράλια, μέσα στις ασάφειες των σκιών ξεχώρισαν μερικά καράβια τούρκικα να αποβιβάζουν στρατεύματα.
Η ευχή του Λευτέρη είχε πιάσει. Τώρα θα έδινε αυτός και οι υπόλοιποι ένα καλό μάθημα στους αλλόθρησκους.
Άλλη εκδοχή δεν υπήρχε εκτός από την επίθεση. Αιφνίδια επιτέθηκαν. Η μάχη που δώσανε ήταν σφοδρή και πιάσανε στο ύπνο την τούρκικη αρμάδα. Η μάχη στέφθηκε με επιτυχία και έτρεψαν τους Τούρκους σε άτακτη φυγή.
Αργά το βράδυ, σύσσωμη δίχως καμιά απώλεια έφτασε η ελληνική αρμάδα, στη Σάμο. Το αναπτερωμένο ηθικό των πληρωμάτων σκόρπιζε αισιοδοξία για την επιτυχή έκβαση της αποστολής τους.
Εκεί, ο στόλος του Γεωργίου Σαχτούρη με τα ψαριανά πυρπολικά του Κανάρη και του Νικόδημου συναντήθηκε με τον καρμανιόλο Λυκούργο Λογοθέτη. Γεμάτοι τόλμη και αποφασιστικότητα κατέστρωσαν σχέδια κι ετοιμάστηκαν για επίθεση. Τα πλοία με γεμάτα τα κανόνια θα ξεκινούσαν το χάραμα πριν προκάμει ο Τούρκος να ετοιμαστεί. Συμφώνησαν να φέρουν το ένα χτύπημα μετά το άλλο και ποιος ξέρει, ίσως και να βάζανε πόδι στα τούρκικα παράλια. Τόση μεγάλη ήταν η φλόγα που έκαιγε στα στήθια τους για λευτεριά.

Τα καλοκαίρια στο Αιγαίο είναι τόσο όμορφα λες και χέρι θεϊκό κάθε μέρα αφήνει ένα φρόνιμο χάδι. Ξημέρωνε η τελευταία ημέρα του Ιουλίου. Μόνο οι πετεινοί ακούγονταν όσο τα καράβια γλιστρούσαν αθόρυβα στα καταγάλανα νερά προς τα τουρκικά παράλια, στο στενό της Μυκάλης. Εκεί που γνώριζαν οι καπετάνιοι πως θα συγκεντρώνονταν τα τούρκικα στρατεύματα για την ανακατάληψη της Σάμου.
Σαν αόρατα φαντάσματα μέσα στο λυκόφως εμφανίστηκε ξαφνικά ο ελληνικός στόλος μπροστά στους έντρομους· και για ακόμη μια φορά απροετοίμαστους για μάχη Τούρκους.
Λες κι έδωσε ο ίδιος το πρόσταγμα για πυρ, μόλις άκουσε τον καπετάν Σαχτούρη να δίνει το πρόσταγμα, η πρώτη μπάλα έφυγε από το κανόνι του Λευτέρη. Ξέσπασε σε φωνές ενθουσιασμού που είδε να ανοίγει μια μεγάλη τρύπα στην πρώρα της ξακουστής φρεγάτας «Μπρουλότ-Κορκμάζ» ο Ατρόμητος στο Πυρπολικό, όπως το ονόμαζαν οι Τούρκοι από τις επιτυχίες του σε ναυμαχίες.
-Τώρα έχεις το Λευτέρη μπροστά σου, και δεν γλιτώνεις με τίποτα, φώναξε περιχαρής όσο να γεμίσουν με μπαρούτι και την βαριά σιδερόμπαλα οι βοηθοί του, το ευθύβολο κανόνι του.
Πνίγηκε ο τόπος στον καπνό και την αντάρα. Κραυγές φόβου και απελπισίας διαχέονταν στον αέρα από τους Τούρκους που πιάστηκαν ανέτοιμοι για μάχη.
Όλα τα ελληνικά πλοία με τα πληρώματα τους σε έξαψη ενεπλάκησαν σε δυνατές αψιμαχίες. Τρεις μέρες άγρυπνοι και σχεδόν νηστικοί πολεμούσαν οι Έλληνες στην προσπάθεια τους να ματαιώσουν τις κινήσεις των Τούρκων για αντεπίθεση.
Η αριθμητική υπεροχή των Τούρκων έκανε όμως τη διαφορά.
-Πόσοι είναι μα τον Αλλάχ και τον Μωάμεθ τους, μόνο παιδιά γεννάνε που όσους και να στείλω στο άλλο κόσμο· άλλοι τόσοι και περισσότεροι ξεφυτρώνουν, φώναζε βρίζοντας ο Λευτέρης.
Και δεν είχε άδικο. Όλα τα πληρώματα καταπονημένα πλέον και με λιγοστά πολεμοφόδια δεν είχαν την ίδια επιθετικότητα όσο τις τρεις πρώτες μέρες.
Στις 5 Αυγούστου, ο εχθρικός στόλος πραγματοποίησε μεγάλης κλίμακας εξόρμηση κατά των ελληνικών πλοίων, που τον υποδέχθηκαν με σφοδρό κανονιοβολισμό.

Ο Κωνσταντίνος Κανάρης προσπάθησε να πυρπολήσει την τούρκικη ναυαρχίδα αλλά απέτυχε. Τότε, μαζί με άξιους συμπαραστάτες, τον Δημήτριο Τσάπελη, Λέκα Ματρόζο, Δημήτριο Ραφαλιά, Αναστάσιο Ρομπότση και Ιωάννη Βατικιώτη, άρχισαν με ελιγμούς να κυκλώνουν μεμονωμένο κάποιο καράβι και να το καταστρέφουν. Κατόρθωσαν να κάψουν τρία εχθρικά πλοία: Ένα φρεγαδόνι Τριπολίνικον, ένα μεγάλο Τουνεζίδικο βρίκι· και να αποτελειώσουν τη φρεγάτα «Μπρουλότ-Κορκμάζ, που είχε πρώτος χτυπήσει ο Λευτέρης.
Τα Υδραίικα και Σπετσιώτικα πλοία με τα πυροβόλα τους εμπόδισαν τον εχθρό να προχωρήσει. Μάλιστα, σε κάποια φάση της αναμέτρησης -για λίγο όμως-, πέρασαν στην αντεπίθεση, με επικεφαλής τον Ανάργυρο Λεμπέση.

Ο Χοσρέφ Πασάς, διαπιστώνοντας τον αποσυντονισμό του στόλου του, και με φόβο την ολική πανωλεθρία προτίμησε -περασμένα μεσάνυχτα- να τερματίσει τη ναυμαχία και να οπισθοχωρήσει, προς το Αγαθονήσι.
Με αυτή την τακτική κατάφεραν οι Έλληνες να ματαιώσουν την μαζική έφοδο του εχθρού που μέσα στον πανικό της ήττας οπισθοχώρησε άτακτα.

Μεγάλες ήταν οι απώλειες για το τουρκικό ναυτικό. Η θάλασσα είχε γεμίσει καμένα ξύλα και τούρκικα κουφάρια. Εκτός από τα τρία πλοία και τα 100 κανόνια ήταν και περίπου 1000 άνδρες που χάθηκαν.
Ανάμεικτα όμως ήταν τα συναισθήματα των Ελλήνων καπεταναίων και πληρωμάτων για τον θάνατο τριών αξιόμαχων μπουρλοτιέρηδων.
Χαρά για την νίκη, θρήνος μαζί και περηφάνια για την λεβεντιά, την τόλμη και την αξιοσύνη των τριών παλικαριών.
Ο Λευτέρης δεν θα έπαιρνε μέρος στη ναυμαχία του Γέροντα που ακολούθησε 4 μέρες αργότερα, στις 29 Αυγούστου 1824.
Ημερομηνία ορόσημο που διασφάλισε την ανεξαρτησία του νησιού καθ' όλη την διάρκεια του αγώνα και θα έπνεε στα χώματα του άνεμος ελευθερίας από τη γενναιοψυχία του αμούστακου Λευτέρη.

Παρ' όλο αυτό τον αγώνα, η Σάμος δεν ενσωματώθηκε στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος. Οι Μεγάλες Δυνάμεις το παρέδωσαν σε αυτόνομη ηγεμονία, φόρου υποτελείας στο σουλτάνο.
Έπρεπε να περάσουν 90 χρόνια για να ενσωματωθεί στις 2 Μαρτίου 1913 κατά τη διάρκεια του Α' Βαλακανικού πολέμου, στον εθνικό κορμό.




* O Δημήτρης Βαρβαρήγος σπούδασε ηλεκτρονικά, σεναριογραφία, θέατρο και λογοτεχνία και είναι ένας εκ των τεσσάρων ιδρυτών του λογοτεχνικού περιοδικού "Ίαμβος".














(Ανθολογία Ανεκδότων Διηγημάτων)
200 Χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση
Συμπληρώθηκαν 200 χρόνια από την πολύ σημαντική, για την εθνική μας πορεία αλλά και την ευρωπαϊκή και παγκόσμια ιστορία, έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης του 1821. Δεν θεωρούμε ότι χρειάζεται να αναλύσουμε περαιτέρω την σημασία ενός τέτοιου γεγονότος, εξάλλου είναι κάτι που η διεθνής του απήχηση στη δημόσια σφαίρα την επιβεβαιώνει συνεχώς.
Το culturebook δεν θα μπορούσε να μη συμμετάσχει σε έναν τέτοιον εορτασμό και μάλιστα με τρόπο που θεωρούμε ότι προάγει σημαντικά την ελληνική πεζογραφία, θέτοντας μία σημαντική ψηφίδα για τους αναγνώστες και τις αναγνώστριες του μέλλοντος για την αποτύπωση της σημερινής λογοτεχνικής συνθήκης αναφορικά με την Ελληνική Επανάσταση -ή πιο απλά, για το ποια είναι η σχέση των σύγχρονών μας πεζογράφων με την ιστορική αυτή περίοδο. Εκτός από τη συμβολή μας στη μνημείωση της κρίσιμης αυτής περιόδου της εθνικής μας ιστορίας, η Ανθολογία μας έχει μιαν ιδιαιτερότητα ακόμη. Συγκροτείται από αφηγήματα που συνεγράφησαν ειδικά για το culturebook ικανοποιώντας μιαν ειδική συνθήκη: τα αφηγηματικά υποκείμενα να είναι επί το πλείστον ενδοδιηγητικά και να δρουν αναβιώνοντας περιστατικά της περιόδου ή συνομιλώντας με πρόσωπα μείζονα ή ελάσσονα της περιόδου από τον Μάρτιο του 1821 έως τον Σεπτέμβριο του 1831. Συνοδευτικά των αφηγηματικών κειμένων, αποθησαυρίζονται πραγματολογικά στοιχεία για τα γεγονότα ή τα ιστορικά πρόσωπα στα οποία αναφέρεται η μυθοπλασία. Τέλος, η ανθολογία μας πλαισιώνεται με πολύτιμα αρχειακά τεκμήρια από το Ιστορικό Αρχείο «Ευγενίας Αντωνίου Σκιαθά».
Ευελπιστώντας ότι, με αυτόν τον τρόπο, συμβάλλουμε, κατά το μέρος που μας αναλογεί, στον ουσιαστικό εορτασμό αυτής της εμβληματικής επετείου, υπογραμμίζουμε ότι προσδοκία μας αποτέλεσε να μεταβιβάσουμε ένα αισιόδοξο μήνυμα: αναβιώνοντας την ιστορική εμπειρία αναβιώνουμε και την προοπτική για την ανασύνταξη των δυνάμεων, τη συσπείρωση των ελπίδων και την αναζήτηση νέων προοπτικών στην ατομική και συλλογική μας ζωή. Μια που στον χωροχρόνο της ανάγκης, της αγωνίας και της αβεβαιότητας, όπου είμαστε καταδικασμένοι να ζούμε, η ομορφιά, όπως την αντιλαμβανόμαστε εμείς: ως συνώνυμο της λογοτεχνικής απόλαυσης, μπορεί ακόμη να σώσει τον κόσμο μας.
Άννα Αφεντουλίδου
Αντώνης Δ. Σκιαθάς
Οι συγγραφείς που ανθολογούνται στον παρόντα τόμο είναι κατά αλφαβητική σειρά:
Ευάγγελος Αυδίκος ( Evangelos Avdikos ), Άννα Αφεντουλίδου ( Anna Afentoulidou ) , Δημήτρης Βαρβαρήγος ( ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΒΑΡΒΑΡΗΓΟΣ ) , Τζούλια Γκανάσου, Φανή Κεχαγιά ( Fani Kexagia ), Σοφία Μπραϊμάκου, Λιάνα Σακελλίου ( Liana Sakelliou ) , Μαρία Σκιαδαρέση ( Maria Skiadaresi ) Αντώνης Δ. Σκιαθάς, Εύα Στάμου, Χρύσα Φάντη ( Xrysa Fanti ).




https://www.culturebook.gr/afieromata-2021/200-xronia-apo-tin-elliniki-epanastasi/dimitris-varvarigos-h-nafmahia-tis-samou?fbclid=IwAR1OGyd_KWJiwc3OZZwvYXlvJTLiZDDPZEaAvBjJzNEFNOh6rNaDvJCe0Ls
Κραυγές Γυναικών
Τροία μου
24 γράμματα εκδόσεις


Μόλις έλαβα την 4η επανέκδοση του βιβλίου «Κραυγές Γυναικών – Τροία μου» -από τις εκδόσεις 24 γράμματα. Ένα μεγάλο ευχαριστώ στους αναγνώστες και τις αναγνώστριες που τίμησαν το βιβλίο μου και το ταξιδεύουν μέσα στο χρόνο.
Ευχαριστώ για τη θετική ενέργεια των λόγων και των σχολίων σας. Όπως και οι δεκαπέντε γυναίκες του έργου σάς ευχαριστούν που μοιράζονται τις ψυχές τους μαζί σας. Μιλούν για τις ζωές τους, για τους άντρες τους, για τα δεινά και τις συμφορές τους, για τα δικά τους παθήματα και προσωπικά πάθη.
Εκμυστηρεύονται μύχια μυστικά, πως βίωσαν τη χαρά, τη φιλία, τον έρωτα, την αγάπη, τη μητρότητα, την εκδίκηση και την περιφρόνηση.
Τη σκλαβιά και το θάνατο.
Μιλούν για εκείνους που αγάπησαν. Για εκείνους που τις αγάπησαν.
Θα περιμένω απόψεις και σχόλια όσων αναγνωστών ακόμη διαβάσουν το βιβλίο.
Πεζογράφοι και ποιητές εύχονται στην Book Press με ένα διήγημα ή ένα ποίημα γραμμένο ειδικά για τους αναγνώστες μας. Μια λέξη τα ενώνει: «δέκα». Σήμερα, ο Δημήτρης Βαρβαρήγος.
Ευχαριστώ το book press για τη φιλοξενία.
Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός




Έχω να σου πω
Γράφω στο χαρτί με μελάνι τρεμάμενο, με την αίσθηση του χάνομαι μέσα στην ομορφιά της αφής, ακούγοντας σαν ψίθυρο αιμοβόρο την πένα να γδέρνει το χαρτί και το μελάνι κόκκινο αίμα γράφει τα λόγια εκείνα που μπορούν να δώσουν την αλήθεια της ύπαρξης.
Γράφω στο χαρτί προσμένοντας, ποια επίπονη νοσταλγία μπορεί να γίνει παρόν, μα όλες οι λέξεις, κι όλα τα λόγια δραπετεύουν στο ίσως μιας αναμονής.
Στους τελευταίους απόηχους της νύχτας, οι σκέψεις απομείνανε μόνες, μόνες απομείνανε οι σκέψεις αφημένες στη νοσταλγία της μνήμης. Ήταν οι στιγμές που οι μύχιες σκέψεις γίνονταν αληθινές σε μια αίσθηση του χάνομαι μέσα στην ομορφιά του αγγίγματος, βραχνές οι ανάσες ξέσπασαν, ξέσπασαν μαζί με μικρά βιαστικά βογκητά ν’ απλωθούν, σε παλιούς καναπέδες, αδέξια.
Τα μέλη πάλι παραδόθηκαν στη χαύνα σαγήνη, ο μυστικός χρόνος σύμμαχος των ανέμελων στιγμών αναπλάθει παρελθούσα ψαύση, παρελθούσες αισθήσεις ανάμεσα σε απροσδιόριστες και συγκεκριμένες λέξεις να συνωμοτούν με τα θέλω, τα πρέπει, τα ναι και τα μη.
Κομψός συνωμότης το γέλιο, κοσμεί τους αδέξιους στοχασμούς να ποζάρουν όμοιοι λυγμοί στην απόλαυση της μνήμης.
Τα μάτια σκώπτουν τ’ αφημένα ψεγάδια του εφήμερου, τα βλέμματα καίγονται στις απρονόητες αναμονές και μόνο φωνάζουν: ποθώ, επιθυμώ, λαχταρώ…
Ψάχνουν οι ανάγκες αφορμή να αρπαχτούν τα σώματα, σ’ ένα μακέλωμα κυνικό, όπως δεν έχουν άλλη φορά νιώσει οι ψυχές.
Οι μέρες που ακολούθησαν χαθήκαν στη σιωπή. Όχι όμως και η μοναδικότητα της ένθερμης προσηλωμένης σκέψης στο ποθητό υποκείμενο επιρροής που την προκαλούσε.
Είναι φορές που η σιωπή μιλάει πιο πολύ, κρύβει μια ανεξήγητη κι ανεμπόδιστη δύναμη να τονώνει την ανάγκη για κατάκτηση πέρα από τις φαντασιώσεις.
Φέρνει στο προσκήνιο τον μοναδικό δρόμο, που μόνο αυτός, οδηγεί στην αρχέγονη εμπειρία του έρωτα, εκεί που πάντα ξεπέτιουνται καινούριοι κόσμοι με όνειρα κι ελπίδες πρωτόγνωρες.
Μα πώς να ζήσουν δέκα χρόνια μέσα σε μερικές σελίδες… Ένα παραμύθι σε μια καθημερινότητα γεμάτη συμβάσεις, όσο αν και οι δύο τους σαν από μυστική παρόρμηση απαιτούσανε να γίνουνε οι πρωταγωνιστές του.
Εκεί βαθιά που εδράζεται ανεξάντλητη η αστείρευτη πηγή της εύρωστης σκέψης και φτάνει μέχρι τον παραλογισμό μιας υπερεκτίμησης ως και να θεοποιεί ακόμη, το πρόσωπο που την προκαλεί.
Ο δρόμος που ανοιγόταν μπροστά έδειχνε μαγικός, παραμυθένιος.
Μα πώς να ζήσουν δέκα χρόνια μέσα σε μερικές σελίδες… Ένα παραμύθι σε μια καθημερινότητα γεμάτη συμβάσεις, όσο αν και οι δύο τους σαν από μυστική παρόρμηση απαιτούσανε να γίνουνε οι πρωταγωνιστές του.
Ήταν η αρχή, το ξεκίνημα και δεν προβάλανε καμία λογική σκέψη για το αποτέλεσμα, δεν ξέρανε καλά – καλά αν θέλανε να ζήσουμε απαιτώντας ο ένας τη ζωή του άλλου.
Άλλωστε στο ξεκίνημα του έρωτα χάνεται ο προσανατολισμός, λείπουν τα εξωτερικά στοιχεία αναφοράς. Τίποτα από τα συνήθη που μας περικύκλωναν προβλήματα δεν θέλανε να φωτιστούν.
Μέσα του, δεν υπάρχουν δρόμοι σε ευθεία γραμμή, δεν υπάρχουν κριτήρια λογικής, ξεστρατίζεις δίχως δεύτερη σκέψη και ενδοιασμό. Αυτός οδηγεί σε μια άλλη πραγματικότητα, με νέους στόχους και αναζητήσεις, όπου τα πάντα ερμηνεύονται μέσα από τις επιθυμίες κι όχι από τη λογική.
Μέσα σε αυτή τη λοξοδρόμηση εδραιώνονται τα σώματα, βολεμένα μέσα στην ανησυχία που προκαλεί η ιδιαιτερότητα του.
Στο πρώτο φίλημα, οι δρόμοι τις νύχτες, αγκαλιάζουν μνήμες βουρκωμένες και βήματα πλάι σε γέρικα δέντρα, σε χαμηλά φώτα μαγαζιών μιας κάλπικης στιγμής ευδαιμονία. Ένα σκυλί κουρνιάζει στη γωνία. Σε βρώμικη κουβέρτα τυλιγμένος ο κλοσάρ. Το πρεζάκι όμοιος κλόουν ενός παράλογου κόσμου γέρνει μέσα στην αστάθεια του να σωριαστεί, μα τη τελευταία στιγμή ισορροπεί – σαν να κοροϊδεύει το σύστημα που τον θέλει αφοπλισμένο.
Δεν θέλω να βλέπω… δεν αντέχω, πρόφερε τρέμοντας η φωνή της από πόνο κι όχι από το κρύο.
Αναρρίγησε η σάρκα. Τ’ αγιάζι σε σκουριασμένους τσίγκους, χτυπιέται, ερωτοτροπεί από ζήλια που δέθηκαν τα χέρια.
– Άφησε το χαμόγελο σου να αλλάξει τους ανθρώπους…
– Τι μου ζητάτε; Το πιο δύσκολο… Οι άνθρωποι με κάνουν να χάνω το κουράγιο μου…
Την έσφιξε επάνω στο στήθος του σπαρταρούσε αλαφροΐσκιωτη η ανάγκη της για λίγη στοργή… Να φωλιάσει έψαχνε σε βάθη απύθμενα η αφοσίωση… Και το σκοτάδι, σύντροφος τρυφερός περίβαλλε την περιπλάνηση τους. Χέρι το χέρι διάβηκαν τα βήματα, άσθμαιναν οι ανάσες, καυτές.
Στην αδράνεια της σιωπής ξοδεύτηκαν οι στιγμές, αντίδραση λαβωμένη από πόθους ανεκπλήρωτους. Ο τοίχος δίπλα τους σπάει τη μοναξιά του… Τους κοιτάζει, κρυφακούει τα ψιθυρίσματα…
Το λερό του χρώμα έμαθε τα μύχια μυστικά τους… Τα μαγεμένα κορμιά απάλυναν το σκοτάδι. Χάσανε ένα γύρω την αίσθηση του χρόνου και των πραγμάτων. Ο έρωτας αλλοίωσε κάθε πραγματικότητα. Εξαντλήσανε κάθε ψυχική λειτουργία, αιχμαλωτιστήκανε υποδειγματικά στον αρχέτυπο ναρκισσισμό της άφρονης λαχτάρας, που δεν αφήνει διαύγεια στο νου, αλλά στον πόθο που εξελίσσεται σε τρέλα.
* Ο ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΒΑΡΒΑΡΗΓΟΣ είναι συγγραφέας.
Τελευταίο του βιβλίο, το μυθιστόρημα «Κραυγές γυναικών-Τροία μου» 24 γράμματα εκδόσεις.