Τρίτη 15 Φεβρουαρίου 2022

Υπατία
24 γράμματα εκδόσεις


κριτική από τον Δρ Απόστολο Τριφύλλη και τη φιλοξενία στο fractal

Στο έργο του με τίτλο «Υπατία» ο Δημήτρης Βαρβαρήγος τέθηκε ενώπιον της πρόκλησης να σκιαγραφήσει μια μεγάλη μορφή των ελληνικών γραμμάτων, τη νεοπλατωνική φιλόσοφο, μαθηματικό και αστρονόμο Υπατία. Και συνιστά πρόκληση αυτή η συγγραφική προσπάθεια για δυο λόγους. Αφενός μεν διότι τα πενιχρά ιστορικά δεδομένα που διαθέτουμε για την Υπατία υπονομεύουν τη συγγραφική προσπάθεια συλλογής και σύνθεσης των στοιχείων εκείνων σχετικά με τη ζωή και το έργο της που θα επιτρέψουν στον αναγνώστη να ανακαλύψει τη αλήθεια. Αφετέρου δε διότι ο συγγραφέας καλείται ν’ αναπλάσει μια σκοτεινή ιστορική περίοδο, η αναδίφηση της οποίας εξακολουθεί ν’ αποτελεί μια ανεπιθύμητη πνευματική ενασχόληση για όσους η θρησκευτική προκατάληψη εμποδίζει την κριτική επαφή με την ιστορική αλήθεια.

Καθοριστική για την επιτυχή αντιμετώπιση αυτής της διπλής πρόκλησης στάθηκε η συνειδητή αποφυγή εκ μέρους του συγγραφέα λεπτομερών ιστορικών αναφορών σε πρόσωπα και γεγονότα με εξαντλητικές παραπομπές κι ανούσιες παρεκβάσεις, καθώς κάτι τέτοιο θ’ απέβαινε εις βάρος της μυθοπλαστικής δύναμης του έργου. Αφήνει λοιπόν την καθημερινότητα της Αλεξάνδρειας του 5ου αιώνα να λειτουργήσει ως αντανάκλαση των ευρύτερων ιστορικών αλλαγών που σηματοδοτούν τη σταδιακή διαμόρφωση του εκχριστιανισμένου imperium, αυτού που οι μεταγενέστεροι ιστορικοί θα ονόμαζαν βυζαντινό κράτος. Ο συγγραφέας τοποθετεί την Αλεξάνδρεια της Υπατίας στην αρχή του τέλους μιας ένδοξης πορείας. Η πολιτισμική κι εμπορική μητρόπολη της ανατολικής μεσογείου με την πρωτόγνωρη συσσώρευση γνώσεων και πλούτου που μαγνήτιζε εποίκους από κάθε άκρο τη Δύσης και της Ανατολής, βαδίζει αργά αλλά σταθερά στο μαρασμό και την καταστροφή.

Η πορεία αυτή καθίσταται νομοτελειακή από τη στιγμή που εκδηλώνεται η αδιάλλακτη έλλειψη ανοχής των χριστιανών έναντι δύο αξιών που απετέλεσαν τους στύλους του αλεξανδρινού θαύματος. Η πρώτη αξία που ενεργά αμφισβητείται είναι αυτή της πολυπολιτισμικότητας και της ανεξιθρησκίας. Η αρμονία που οι Πτολεμαίοι πέτυχαν από την ανενδοίαστη αποδοχή της φαραωνικής παράδοσης και την ελεύθερη συνδιαλλαγή ελληνικών και ιθαγενών δοξασιών θρυμματίζεται υπό το βάρος της μισαλλοδοξίας των χριστιανών. Η μισαλλοδοξία αυτή εκφράζεται με την καταστροφή εθνικών κέντρων λατρείας, όπως το Σεράπειο και κέντρων μάθησης, όπως το Μουσείο και η βιβλιοθήκη, αλλά και με την ηθική ή φυσική εξόντωση πληθυσμιακών ομάδων που εκφράζουν διαφορετική θεώρηση των πραγμάτων, όπως η εβραϊκή κοινότητα.

Η δεύτερη αξία που τίθεται υπό αμφισβήτηση είναι η ελευθερία της σκέψης. Η ελληνορωμαική Αλεξάνδρεια έλαμψε κατά κύριο λόγο επειδή ενθάρρυνε με κάθε τρόπο την ανάπτυξη της φιλοσοφίας και της επιστήμης. Στην Αλεξάνδρεια όμως της Υπατίας η πίστη αντικαθιστά την έρευνα και η επιστήμη θεωρείται προσβολή προς τα θεία. Οποιαδήποτε επιστημονική έρευνα κατηγορείται συλλήβδην ως μαγγανεία και όσοι υπηρετούν επιστήμες ή απλώς το δικαίωμα τους να σκέφτονται ελεύθερα από αυθεντίες και δόγματα καταδιώκονται απηνώς από αδίστακτες ομάδες κρούσης. Η φιλοσοφία χαρακτηρίζεται ελληνιστική βλακεία, ενώ η δραματουργία περιφρονείται ως έκλυση των ηθών.

Ο συγγραφέας αποδίδει στην Αλεξάνδρεια της παρακμής διττό ρόλο. Από τη μια πλευρά τη μετατρέπει σ’ ένα κλοιό που διαρκώς περισφίγγει την Υπατία και δεν της αφήνει διέξοδο διαφυγής πλην της παραίτησης και του συμβιβασμού.

Η ανάμνηση των ένδοξων στιγμών του παρελθόντος πληγώνει το παρόν, γεμίζει την Υπατία με ανείπωτη μελαγχολία για την πόλη που πεθαίνει και τελικά αναδεικνύει την ηρωίδα σε θύμα των αμείλικτων νόμων της ιστορίας, ως ένα ακόμα παράδειγμα ανθρώπων που ακάμαντα υπερασπιζόταν τις ιδέες του σε μια εποχή που αρνιόταν στη φαντασία να κινηθεί ελεύθερα και ν’ ανελιχθεί στο χώρο των επιστημών και των τεχνών. Και είναι μεγάλος ο πειρασμός να παραλληλιστεί η πορεία της Υπατίας μ’ εκείνη του Σωκράτη ή του Τζιορντάνο Μπρούνο.

Από την άλλη πλευρά ο συγγραφέας αναδεικνύει την Αλεξάνδρεια σε δραματικό παράδειγμα αυτού που ονομάζουμε ιστορική αναγκαιότητα. Και στην προκειμένη περίπτωση ιστορική αναγκαιότητα αποτελούσε η αρμονική συνεργασία Κράτους Εκκλησίας, απαραίτητη για την εξυπηρέτηση μιας διπλής σκοπιμότητας. Αφενός μεν οι αυτοκράτορες χρειάζονταν τη βοήθεια της πνευματικής εξουσίας για τη διασφάλιση της ενότητας στο εσωτερικό του κράτους προκειμένου να αντιμετωπιστούν με επιτυχία οι επιδρομές των βαρβαρικών λαών, αφετέρου δε η εκκλησία χρειαζόταν τη βοήθεια της κοσμικής εξουσίας για να επιβάλλει το δόγμα της σε εθνικούς και αιρετικούς προκειμένου να ορθοτομηθεί ο λόγος της αλήθειας. Τίμημα αυτής της άτυπης συμφωνίας υπήρξε η πολιτιστική ρήξη με το παρελθόν και τις αξίες που αντιπροσώπευε.

Και αν παραπάνω περιγράφηκε η διεισδυτική προσέγγιση των ιστορικών συμφραζομένων με επίκεντρο την Υπατία και την Αλεξάνδρεια ως ένας άξονας επί του οποίου η συγγραφική πένα, ο έτερος άξονας που τέμνει δημιουργικά το πρώτο, δεν είναι άλλος από την απόδοση της Υπατίας ως μιας ακέραιας γυναικείας προσωπικότητας με φόντο την αντιπαράθεση της με το δογματισμό της εποχής της.

Ο συγγραφέας χωρίς να αναλωθεί σε θεωρητικές αναλύσεις ή ν’ ακυρώσει την αναγνωστική τέρψη παρασυρόμενος σε δύσβατους μαιάνδρους φιλοσοφικών ή επιστημονικών συστημάτων, πετυχαίνει ν’ αναδείξει μέσα από φανταστικούς διάλογους πραγματικών προσώπων τη βιοθεωρεία της Υπατίας και μέσα από μυθοπλαστικά επεισόδια μια στάση ζωής που διαχέεται σ’ όλες τις εκφάνσεις της από την αταλάντευτη αφοσίωση της Υπατίας στα ιδανικά και τα πιστεύω που πρέσβευε. Οι απόψεις της Υπατίας ενσωματώνονται αβίαστα στη διήγηση, χωρίς να θολώνουν την πλοκή.





Δημήτρης Βαρβαρήγος



Ωστόσο η Υπατία δεν παρουσιάζεται μονοδιάστατα ως ένας αυστηρά δομημένος άνθρωπος χωρίς αδυναμίες, αλλά παράλληλα και ως μια γυναίκα με πλούσιες αισθήσεις που ποθεί να ζήσει και να χαρεί τις ομορφιές της ζωής. Αυτή η λαχτάρα για τη ζωή βρίσκει διέξοδο στο πρόσωπο του χριστιανού έπαρχου Ορέστη, με τον οποίο αναπτύσσει στενή φιλία και πλατωνικό δεσμό, παρά τις υστερόβουλες μομφές του κλήρου που θεώρησαν τον έρωτα αυτό προσβλητικό, το πνεύμα της Υπατίας επικίνδυνο και την προσέγγιση του έπαρχου ως όχημα υποκίνησης εχθρικών ενεργειών.

Ως μια άλλη όμως Αντιγόνη, χωρίς ποτέ να πάψει ειλικρινά ν’ αγαπά τον Αίμωνα της, δεν υπέκυψε στις παρακλήσεις του έπαρχου να δείξει διάθεση διαλλακτικής υποχωρητικότητας και δεν θέλησε ν’ αποφύγει το τίμημα της συνεπούς τήρησης του ηθικού χρέους, τη θυσία του υπέρτατου αγαθού της ζωής της. Για την Υπατία θα ήταν πλάνη μια ζωή απογυμνωμένη από τα ιδανικά που γαλούχησαν το χαρακτήρα της. Γι’ αυτό και με θάρρος λέει στον Ορέστη.



«Τι αξία έχει ο χαμός μιας γυναίκας όταν είναι θέμα χρόνου το τέλος ενός πολιτισμού. Ξέρεις, πολλές φορές σκέφτομαι πως είμαι τυχερή που θα φύγω πρώτη και δεν θα δω τον αφανισμό αυτού του ένδοξου πνεύματος».



Σε αυτή την προδιαγεγραμμένη πορεία προς το θάνατο επιλέγει αφυώς να εστιάσει την προσοχή του ο Δημήτρης Βαρβαρήγος, χωρίς περιττές συναισθηματικές εξάρσεις και μορφολογικά στολίδια. Η δύναμη της μοίρας της Υπατίας καθιστά μονόδρομο την απλότητα του ύφους, τη λιτότητα των εκφραστικών μέσων και τη ρεαλιστική απόδοση των γεγονότων.

Ο λόγος γλαφυρός και παραστατικός υπηρετεί την κινηματογραφική πλοκή των επεισοδίων και διατηρεί αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη μέχρι και την τελευταία σελίδα.

Ολοκληρώνοντας την ανάγνωση αυτού του βιβλίου έχει κανείς την αίσθηση ότι αναμετρήθηκε με το μεγαλείο ενός ανθρώπου που φάνηκε μέσα από το μέγεθος της πίστης του. Και η προσφορά του Δημήτρη Βαρβαρήγου είναι ότι αποκαθιστά στην ελληνική βιβλιογραφία μια γυναίκα που αδικήθηκε όχι μόνο από την εποχή της, αλλά και από την ιστορία κι ενδυναμώνει την ιστορική αυτογνωσία του ελληνικού αναγνωστικού κοινού, καλύπτοντας κενά της σχολικής εκπαίδευσης.

Ίσως ο καλύτερος τρόπος για να κλείσει αυτή η σύντομη αναφορά μου είναι το ακόλουθο απόσπασμα με την Υπατία να λέει: «κοινή μοίρα όσων οι γνώσεις προηγούνται της εποχής τους. Ποτέ σε καμιά περίοδο της ιστορίας, κανέναν επιστήμονα ή φιλόσοφο δεν αποδέχθηκαν η κοινή γνώμη και το κατεστημένο εύκολα. Δεν θα απογοητευθώ, ο χρόνος θα φέρει τη στιγμή που οι γνώσεις αυτές θα είναι χρήσιμες και αναγκαστικά θα χρησιμοποιηθούν ακόμη κι από αυτούς που κάποτε τις πολεμούσαν».

Και μπορεί οι εργασίες στην άλγεβρα και την τριγωνομετρία και κυρίως η μελέτη της για τις κωνικές τομές να ανακαλύφθηκαν εκ νέου και να αξιοποιήθηκαν από το κίνημα του διαφωτισμού, ωστόσο σήμερα σε μια εποχή που η θρησκευτική μισαλλοδοξία εξακολουθεί να θέτει εμπόδια στην ελευθερία της σκέψης και να τροφοδοτεί αδιέξοδες συγκρούσεις, η Υπατία, ως παράδειγμα θάρρους και ακεραιότητας και ως φορέας του μηνύματος ότι η γνώση αποτελεί τον ασφαλέστερο δρόμο προς την ελευθερία, παραμένει επίκαιρη όσο ποτέ. Και ο Δημήτρης Βαρβαρήγος μας χαρίζει ένα πολύτιμο εργαλείο για να την προσεγγίσουμε και να την ερμηνεύσουμε.

* Από τον Απόστολο Τριφύλλη, καθηγητή φιλόλογο στο πανεπιστήμιο του Βελιγραδίου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου