Πέμπτη 13 Δεκεμβρίου 2018

Λιπεσάνορες
Πέντε χρόνια μαζί τους όταν τις έγραφα και ήδη πέρασαν πέντε κυκλοφορίας του βιβλίου.


Ο καθένας μας έχει μια ιστορία να διηγηθεί… έχει μνήμες από τα παιδικά του χρόνια, εμπειρίες από το πέρασμα του στη ζωή με όλα όσα προσφέρει, γνώσεις, βιώματα, επιτυχίες, αποτυχίες, έρωτες αγάπες και ελλείψεις… μια από τις δικές μου εμπειρίες η πιο σοβαρή ήταν όταν βρέθηκαν μπλεγμένος μέσα σε έναν πόλεμο που όταν μπλέχτηκα δεν μπορούσα να ξεφύγω… αν την κοπανούσα, θα με κατηγορούσαν για λιποτάκτη, έτσι έμεινα μέσα στον όλεθρο να ζήσω τη συμφορές του πολέμου. 
Πέντε χρόνια έζησα εκείνες τις μάχες, γνώρισα τους πιο τρανούς ήρωες ΄, έκλαψα, πλάνταξα στο χαμό τους… Γνώρισα και τις πιο σπουδαίες γυναίκες που βίωσαν όλο αυτό το τρόμο στο πετσί τους. Γνωρίστηκα καλά μαζί τους… μου έδειξαν εμπιστοσύνη και μου άνοιξαν τις καρδιές τους… τις συμπάθησα όλες, πονεμένες ψυχές είχαν με όσα βίωναν, έχαναν παιδιά, άντρες αδέλφια και πατεράδες… μένανε μόνες να αντέξουν τη σκλαβιά και την επιβουλή των εχθρών τους… κάποιες κατάφεραν να γλιτώσουν πεθαίνοντας, κάποιες άλλες άτυχες ζήσανε τη σκλαβιά υπηρετώντας το μίσος… που είχαν μέσα τους για τους δεσμώτες τους.



Τα έβλεπα όλα αυτά, έπασχα αλλά δεν μπορούσα να βοηθήσω… μια φορά που πήγα να τα βάλω με τον Αχιλλέα, μου χάλασε ο εκτυπωτής… άλλη μια φορά που έβρισα τον Αγαμέμνονα για τον εγωισμό του, με έπιασε ίλιγγος.
Μόνο με τις γυναίκες κατάφερνα να συνδιαλέγομαι και να μαθαίνω τα πάντα, με όσα γίνονταν στα ιδιαίτερα δωμάτια των ψυχών τους.
Τις αγάπησα όλες και συμπορεύτηκα αυτά τα πέντε χρόνια σε κάθε τους ευτυχία δυστυχία ή πάθημα. Τις υποστήριξα σε μεγάλο βαθμό τόσο που οι άντρες με κατηγόρησαν ότι με σέρνουν από τις εσθήτες τους… γέλασα… ρε τους φώναξα… τι πάει να πει είναι γυναίκες… άνθρωποι είναι και μάλιστα με μεγάλη αξία… μας γεννούν, μας φροντίζουν, μας μαθαίνουν, μας ερωτεύονται, μας παντρεύονται, μας κάνουν παιδιά, μας κλαίνε όταν πεθαίνουμε, φροντίζουν τη γη που μας σκεπάζει μέχρι που μας ακολουθούν στο χώμα…


Οι άντρες επαναστάτησαν με όσα τους είπα… Α, εσύ δεν πας καλά μου φωνάξανε… αφήστε τον αυτόν να κρύβεται κάτω από τα ρούχα τους και πάμε εμείς να συνεχίσουμε τις αμάχες μας.
Κι εκείνες δάκρυζαν που ήξεραν ότι ήταν η τελευταία φορά που τους έβλεπαν
Κάπως έτσι ενστερνίστηκαν τον τίτλο όπως τις αποκάλεσε ο παππούς τους, ο Όμηρος, με μια όμορφη λέξη που για τις γυναίκες που θα λείπουν στους άντρες… για τις γυναίκες που εγκαταλείπουν τους άντρες κι ας είναι παρούσες στις ζωές του… 
Λιπεσάνορες.