Δευτέρα 25 Σεπτεμβρίου 2023

Ιδανικό αόριστο
24 γράμματα εκδόσεις

Θερμές ευχαριστίες στον πολυγραφότατο λογοτέχνη Petros Tserkezis για τη συγκινητική δοτικότητα του να μεταφράση ποιήματα μου. 


ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΒΑΡΒΑΡΗΓΟΣ
Τέσσερα ποιήματα του αξιότιμου Έλληνα λογοτέχνη Δημήτρη Βαρβαρήγου, φίλου της Βορειοηπειρωτικής ποίησης, μεταφρασμένα από μένα στην αλβανική γλώσσα με την ευκαιρία της κυκλοφορίας της νέας του ποιητικής συλλογής «Ιδανικό αόριστο».
Εκτιμώ ιδιαίτερα το αξιόλογο έργο του στον πεζό και ποιητικό λόγο και του εύχομαι νέες επιτυχίες.
Katër poezi të shkrimtarit të nderuar grek Dimitris Varvarigos, mik i poezisë Vorio-Epiroto, të përkthyera prej meje në gjuhën shqipe me rastin e daljes në qarkullim të përmbledhjes së tij të re poetike “E përkryer dhe e pacaktuar”. Vlerësoj shumë veprën e tij të shquar në fushën e prozës dhe poezisë dhe i uroj suksese të mëtejshme.

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΒΑΡΒΑΡΗΓΟΣ
DHIMITËR VARVARIGOS
Πράσινος τοίχος…
μια ξεχασμένη ανάσα έξω απ’ την πόρτα
στο άγνωστο πλέον σπίτι μπήκε
άνοιξε την ντουλάπα
σκόνη ξεχύθηκε ο φυλαγμένος χρόνος
το παλιό πάτωμα
έπαψε να τρίζει στο ανάλαφρο πάτημα
σιωπές φορέσανε τα πολύχρωμα φουστάνια
αισχρά τα παγωμένα λόγια
γδάρανε τον πράσινο τοίχο
παράξενα που γίνανε τα βράδια
μπλέχτηκαν στα μαλλιά να σβήσουνε μνήμες
ακόμη και οι προφυλάξεις δίχως αιδώ
φορέσανε σκοτάδια να σωπάσουν τα ονόματα
στα άσπρα σώματα
η ζάχαρη έσταζε κόκκους δηλητήριο στην κουζίνα
τι παράξενο
πόσο γρήγορα παλιώσανε όλα
σαν να μην υπήρξαν ζωές
Muri i gjelbër…
një frymë e harruar jashtë derës
hyri tashmë në shtëpinë e panjohur
hapi dollapin
pluhur u derdh koha e kyçur
dyshemeja e vjetër
pushoi së kërcituri nën hapat e lehtë
heshtjet veshën fustanet shumëngjyrëshe
fjalët e turpshme të ngrira
gërvishtën murin e gjelbër
sa të çuditshme u bënë mbrëmjet
u ngatërruar nëpër flokë për të shuar kujtimet
madje dhe masat paraprake pa ndjenjë turpi
veshën terrin për të harruar emrat
në trupat e bardhë
sheqeri pikonte kokrriza helmi në kuzhinë
sa e çuditshme
sa shpejt u vjetërua të gjitha
thua se nuk ekzistonin jetë
«Μαθήματα σκότους»
λυσσασμένες ισορροπίες
με ρόλους από νύχτες
να βρίσκουν πέρασμα
σε πόδια ανάμεσα σφιγμένα
εκεί που πάντα θα υπάρχει χώρος
για νέα πτώματα
κι όταν τελειώνει η νύχτα
όταν τελειώνει το σώμα
όταν τελειώνει ο λυγμός
όταν τελειώνει ο θρίαμβος
εκεί που κείτονται χαμένοι εαυτοί
να πλένεις τα χέρια σου
να πλένεις τα χέρια σου
να πλένεις τα χέρια σου
“Mësime terri”
ekuilibër i tërbuar
me role netësh
duke gjetur kalimin
mes këmbësh të shtrënguara
ku do të ketë gjithmonë vend
për kufoma të reja
dhe kur mbaron nata
kur trupi merr fund
kur mbarojnë ngashërimet
kur mbaron triumfi
atje ku shtrihet vetja e humbur
të lash duart
të lash duart
të lash duart

Νύχτα
Παράξενη θεότητα η νύχτα,
σκοτεινή
γεμάτη αρώματα από αλκοόλη,
όπιο, ανάσες,
λόγια και ψευδαισθήσεις.
Αμετανόητος ο Φάουστ
προκαλεί τη νεότητα,
ζηλεύει
χαιρέκακα γελάει
με τη φαντασία και τον έρωτα,
οι ρόλοι των θνητών κυρίαρχοι
σε σκοτεινά δωμάτια
και σε νωπά σεντόνια,
τον έρωτα και την αγάπη
παίζουν με τις συνειδήσεις.
Το γέλιο σαγήνη,
οι σκέψεις έμπυρες
επιλέγουν τη σιωπή
Natë
Hyjni e çuditshme nata,
e errët
plot aroma alkooli,
opium frymëmarrje
fjalë dhe iluzione.
Fausti i papenduar
sfidon rininë,
xhelozon
qesh me shpirtligësi
me imagjinatën dhe dashurinë,
rolet e të vdekshmëve sundojnë
në dhoma të errëta
dhe në çarçafë të lagësht,
erosin dhe dashurinë
luajnë me koshiencën.
E qeshura magjeps,
mendimet e sprovuara
zgjedhin heshtjen 

Μοναχικές ανάγκες
Σε μονοπάτια περπατούσες τη ζωή
Σε ξασπρισμένους αιώνες
Μοναχικά.
Σε κοιτούσε η μοίρα πίσω από σύννεφα
να κρατάς το αίμα σου στις χούφτες
αδιάφορη που λέκιαζες το λευκό σου φόρεμα,
κεντούσες με το νήμα της ζωής αστέρια
να κρέμονται σαν κρόσσια στ’ ανάκατα μαλλιά σου.
Απάτητα μονοπάτια τα ψελλίσματα σου
κανείς δεν κατάλαβε τι έψαχνες μέσα στους αναίτιους φόβους
ούτε σε πια υπομονή συνήθιζες να θάβεις αναμνήσεις
τα βήματα μετρούσες
σε πια έκπληξη θα σε βγάλουν αμίλητη
για να χαράξεις αμαρτίες στην άμμο.
Σε είδα την ώρα της μεγάλης μπόρας
να περπατάς μέσα στη βροχή.
Έλαμπαν τα μάτια σου μια πρόσκαιρη στοργή
κι έπειτα αντήχησαν γέλια και φωνές
Να η τρελή που μιλάει στο φεγγάρι
κι έβαφες τα χείλια σου
στο χρώμα μιας οξυδέρκειας
ήταν η στιγμή
που κοίταξες το θάνατο κατάματα.
Nevojat e vetmuara
E drejtove jetën nëpër shtigje
Në shekuj të zbardhur
Vetmimtarë.
Fati të shikonte prapa reve
duke mbajtur gjakun tend në grushte
indiferente që njollosje fustanin tënd të bardhë,
me fillin e jetës qëndisje yjet
që varen si thekë në flokët e tu të çrregullt.
Shtigje të pashkelura bëlbëzimet e tua
askush nuk e kuptoi ç’ kërkoje nga frika e panevojshme
as me çfarë durim u mësove të varrosësh kujtimet
numëroje hapat
në ç surprizë do të nxjerrin heshtazi
për të gdhendur mëkate në rërë.
Të pashë në kohën e rrebeshit të madh
duke ecur nëpër shi
Të shkëlqente sytë një dashuri kalimtare
pastaj kumbuan të qeshura dhe britma
Kjo është e çmendura që kuvendon me hënën
teksa lyeje buzët
në ngjyrën e një mendjemprehtësie
ishte momenti
që e kundroje vdekjen në fytyrë.
Μετάφρασε στα αλβανικά: Πέτρος Τσερκέζης
Shqipëroi: Petro Çerkezi








Όλες οι αντιδράσεις:27Niki Drougka, Eudokia Verio και 25 ακόμη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου