Ελένη Χωρεάνθη
Δημοσιεύτηκε 07 Σεπτεμβρίου 2020
«Τρεις ώρες ασταμάτητα
αφηγούνταν ασθμαίνοντας η Ζωή-Μαρία.
Δεν τόλμησα να την διακόψω ούτε για ένα τσιγάρο.
Με είχε συνεπάρει ο λόγος της,
ήξερα όλους τους ήρωες της ιστορίας της
και μου κρατούσαν αμείωτο το ενδιαφέρον…»
«...Έρωτας. Τι μεγαλείο. Εξαιτίας του γίνανε όλα. Μαρία-Ρόζα τη λέγανε…»
Κάπως έτσι, σαν παραμύθι, αρχίζει την αφήγηση της ιστορίας του ο πολυγραφότατος και πολυπράγμων Δημήτρης Βαρβαρήγος, δημιουργώντας την εντύπωση πως πρόκειται για αισθηματικό μυθιστόρημα. Στην πραγματικότητα είναι ένα συναρπαστικό, πολύ καλά δομημένο ιστορικοκοινωνικό μυθιστόρημα, στελεχωμένο με πραγματικά κοινωνικά, οικονομικά και ιστορικά στοιχεία, γεμάτο περιπέτειες, απρόοπτα και ανατροπές. Ο έρωτας είναι γενεσιουργό στοιχείο και επηρεάζει ενίοτε θετικά, συνήθως αρνητικά την πορεία της ιστορίας και τις εξελίξεις της οικογενειακής υπόθεσης, καθώς και τις μεταλλάξεις του χαρακτήρα και τη συμπεριφορά των ηρώων, ανάλογα με τις ανάγκες και τις περιπτώσεις, αλλά ως έναν βαθμό.
Ξεκινάει από την Ιταλία αρχές του 1930, με ήρωες δύο ερωτευμένους νέους, τη Μαρία-Ρόζα, όμορφη κόρη από πλούσια οικογένεια, και τον ορμητικό, ασυμβίβαστο, θαρραλέο, ωραίο αλλά φτωχό Σαλιβέριο Μοντανάρι, συνεχίζεται στη Ζάκυνθο και ολοκληρώνεται στην Αθήνα, στα Πετράλωνα μέσα στην κατοχική Ελλάδα, τον Εμφύλιο και μετά τον Εμφύλιο με ήρωες δυο ερωτευμένους πάλι νέους και πρωταγωνίστρια τη Ζωή-Μαρία, την πρωτότοκη κόρη της Αθηνάς και του Χαράλαμπου.
Καλύπτει πάνω από μισόν αιώνα ιστορικού, κοινωνικού, πολιτικού και οικονομικού βίου της οικογένειας Μοντανάρι, η οποία συμπορεύεται με τους ρυθμούς της εποχής ακολουθώντας εξ ανάγκης και καθεστώτος τα βήματα του ιστορικού χώρου και χρόνου της Ελλάδας, όπου τελικά «επέλεξαν» να ζήσουν. Απολογητής των πεπραγμένων της οικογένειας Μοντανάρι καθίσταται η Ζωή-Μαρία, η τελευταία, καθώς φαίνεται, απόγονος της οικογένειας και κλείνει ο κύκλος ζωής της μεγάλης οικογένειας, μαζί με τον βιολογικό της κύκλο, αμέσως μετά τη συμπλήρωση της τρίωρης αφήγησής της.
«...Έρωτας. Τι μεγαλείο. Εξαιτίας του γίνανε όλα. Μαρία-Ρόζα τη λέγανε…, το μισό της όνομα μου δώσανε. Ερωτεύτηκε τον Σαλιβέριο Μοντανάρι, έναν άντρα κατώτερης τάξης από τους Καλτσέτι. Ο πλούσιος πατέρας απαγορεύει να παντρευτεί η κόρη του έναν κατώτερό της. Ο έρωτάς τους όμως καρπίζει στα σπλάχνα της και για να μην μαρτυρήσει το μυστικό με πρακτικά μέσα μόνη της ρίχνει το μωρό αλλά αιμορραγεί επικίνδυνα. Η Φραντζέσκα, η οικονόμος, κρυφά απ’ όλους τη μεταφέρει στο Νοσοκομείο των Αθώων. Μέρες αργότερα, ο Σαλιβέριος με τη βοήθεια των φίλων του Βερονέζε και της Σίβυλλας κλέβει την αγαπημένη του και φεύγουν από την Ιταλία. Η ψυχικά άρρωστη μητέρα της Μαρίας-Ρόζας για να καθυστερήσει την αναζήτησή τους από τον Καλτσέτι βάζει μέσα στη φόδρα του φορέματός της βαριά ασημικά και πέφτει στον ποταμό Άρνο...»
Η ιστορία, σε πρώτο επίπεδο, είναι μια συνηθισμένη, απλή, οικογενειακή, καθημερινή ιστορία, μια από τις δεκάδες χιλιάδες που γράφτηκαν τον εικοστό αιώνα. Μια ιστορία που αφηγείται και περιγράφει το επαναλαμβανόμενο δράμα που ζουν διαδοχικά δύο γενιές της ίδιας οικογένειας: της Μαρίας-Ρόζας και του Σαλιβέριου, η περιπέτεια των οποίων ξεκίνησε στην Ιταλία με το διπλό δράμα: την αναγκαστική ματαίωση κύησης από την ίδια τη Μαρία-Ρόζα και τη σκόπιμη αυτοχειρία της ψυχικά άρρωστης μητέρας της, συνεχίστηκε στη Ζάκυνθο με πολλαπλά σκαμπανεβάσματα για να καταλήξει τελεσίδικα στην παλιά Αθήνα, στα Πετράλωνα, φτωχή, πολύτεκνη και ρημαγμένη.
Συνεχίζεται με διαμελισμένη την οικογένεια κακήν κακώς από τα παιδιά τους, τον Ντίνο, που έγραψε τη δική του ιστορία ως τρομερός κουρσάρος Μπαρμπαρήγος, ο φόβος και ο τρόμος των πλουσίων, που κούρσευε για να βοηθάει τους φτωχούς, αλλά εξαφανίστηκε γιατί δεν άντεχε να παραδοθεί και να υποστεί τις συνέπειες των πράξεών του και χάθηκαν τα ίχνη του, αφήνοντας πίσω του μόνη τη γυναίκα που για χάρη του θυσιάστηκε, να μεγαλώνει μόνη το παιδί τους, τον καρπό του μεγάλου έρωτά τους· τον Δημήτρη, που δεν φαίνεται να άφησε στοιχεία συμμετοχής στα δρώμενα της οικογένειας Μοντανάρι· τον Γιάννη, που οι δύο όμορφες κόρες του αλλοτριώθηκαν για να επιβιώσουν· την Ασημίνα, που παντρεύτηκε καλοστεκούμενο Αθηναίο κι έζησε στον δικό της κόσμο πλουσιοπάροχα ένα μεγάλο διάστημα της ζωής της αδιαφορώντας και περιφρονώντας τη φτωχή οικογένειά της, για να καταλήξει δυστυχισμένη· και το στερνοπαίδι και χαϊδεμένο τους, τον καχεκτικό, ραχιτικό, όμως πανέξυπνο και καλόβολο και μαζί συμπλεγματικό Χαράλαμπο, ο οποίος με διάφορα κόλπα και έξυπνες επιλογές κατάφερε να μπει σχεδόν με το «έτσι θέλω» γαμπρός σε ένα ξεπεσμένο αθηναϊκό πλουσιόσπιτο, βάζοντας στο πλευρό του τη μικρότερη από τις τρεις κόρες του σπιτονοικοκύρη του, την Αθηνά, μια καλλονή, που δεν συμβιβάστηκε ποτέ μ’ αυτόν τον επιβεβλημένο γάμο, γεννώντας, ωστόσο, από καθήκον, τέσσερα παιδιά με πρωτότοκη τη Ζωή-Μαρία, το στήριγμά της!
Η Ζωή-Μαρία, που εκ των πραγμάτων είναι υποχρεωμένη να φροντίσει τα τρία μικρότερα αδέρφια της μετά τον θάνατο των γονιών της και είναι εκείνη που θα γράψει τον επίλογο της ατελεύτητης οικογενειακής τραγωδίας ή, μάλλον, είναι εκείνη που θα βάλει την υπογραφή της κλείνοντας τον κύκλο της αφήγησης με την κατάθεση της ψυχής της.
Γι’ αυτό κινείται άνετα και φέρνει κοντά μας τη ζοφερή εκείνη πραγματικότητα, χωρίς ωστόσο να προκαλεί τον οίκτο, αλλά τον θαυμασμό, γιατί οι ήρωές του είναι ατόφιοι, σταθεροί και πειστικοί, ολοκληρωμένοι, πραγματικοί.
Αν και ο συγγραφέας είναι ένας, ίσος ο μοναδικός επιζών από την οικογένεια Μοντανάρι, βγαίνει από την ιστορία της οικογένειας, παίρνει τον ρόλο του ακροατή και καταγράφει τα γεγονότα όπως του τα αφηγείται η Ζωή-Μαρία, η οποία με το κλείσιμο των ματιών της καταθέτει την ψυχή της στα χέρια, προφανώς, του εγγονού της και κλείνει τον κύκλο της οικογένειας, ύστερα από περίπου έναν αιώνα, για να αρχίσει ένας νέος κύκλος σε διαφορετικό περιβάλλον, με άλλους ήρωες, άλλους πρωταγωνιστές σε άλλες, εντελώς διαφορετικές συνθήκες, ήθη και έθιμα.
Αν και φαινομενικά οι άντρες είναι κύριοι και ελέγχουν τις καταστάσεις, οι γυναίκες είναι εκείνες που κρατούν το νήμα, που επηρεάζουν είτε με τον έναν είτε με τον άλλο τρόπο, ορίζουν, καθορίζουν και κατευθύνουν την πορεία της οικογένειας και μαζί την ιστορία και μέσα από την ιστορία της νεότερης Ελλάδας, που αρχίζει με τη δικτατορία του Μεταξά, μπαίνει ολοκληρωτικά στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, τον Εμφύλιο και συνεχίζεται ίσαμε τη δεκαετία του 1990, καλύπτει σχεδόν τον εικοστό αιώνα.
Παρακολουθώντας τα βήματα και την εξελικτική πορεία και διαδρομή της οικογένειας Μοντανάρι στην Αθήνα για περίπου 60 χρόνια, παρακολουθούμε ανάγλυφη τη ζωή των Αθηναίων όπως αναδύεται διαδοχικά μέσα από την καθημερινότητα της συγκεκριμένης οικογένειας, που οι ρίζες της βρίσκονται στην Ιταλία αλλά υποχρεώνονται να ζήσουν στην Ελλάδα σαν Έλληνες, ίσαμε την ώρα που κι αυτή η πραγματικότητα ανατρέπεται με την ιταλική Κατοχή και η οικογένεια υφίσταται όχι μόνο την περιφρόνηση, αλλά και την κατακραυγή των γειτόνων που θεωρούν τον ταλαίπωρο, καχεκτικό Χαράλαμπο προδότη, πράκτορα των Ιταλών…
Ο Ελληνοϊταλικός πόλεμος, η γερμανική Κατοχή που έσπειρε τον θάνατο και προξένησε την υλική και ηθική καταστροφή και εξαθλίωση των ανθρώπων στη χώρα και κυρίως στην Αθήνα, την πρωτεύουσα, και σε όλες τις μεγάλες πόλεις, διέλυσε όχι μόνο τη ζωή της οικογένειας Μοντανάρι αλλά και ολόκληρου του ελληνικού λαού.
Ο Δημήτρης Βαρβαρήγος, χρησιμοποιώντας ως αφηγήτρια τη Ζωή-Μαρία, ενώ καταγράφει καταλεπτώς τα γεγονότα, είναι συγχρόνως ακροατής και θεατής παρατηρώντας από περιωπής τα δρώμενα όπως μεταφέρονται εξελισσόμενα από τη μια σκηνή στην άλλη καθ’ όλη τη διαδρομή της οικογενειακής τραγωδίας με κάποια διαλείμματα ομαλής οικογενειακής ζωής.
Όπως ο ομηρικός Οδυσσέας συμμαζεύει στην αφήγηση μιας βραδιάς στα γόνατα της βασίλισσας Αρήτης τα γεγονότα της δεκάχρονης θαλασσινής του περιπέτειας, έτσι και η Ζωή-Μαρία μέσα σε τρεις ώρες κατέθεσε τη μυθιστορηματική βιογραφία της οικογένειάς της στη συγγραφική δεινότητα του εγγονού της. Με το πλεονέκτημα αυτό, της θεώρησης των γεγονότων από περιωπής, ο συγγραφέας του μυθιστορήματος Πίστη και περηφάνια κάνει συναίρεση του χρόνου στον συγκεκριμένο, σταθερό τόπο/χώρο. Και με τον τρόπο αυτό δίνει συμπυκνωμένο και με δυνατές εικόνες χάους και σκοτεινότητας και ελάχιστα διαστήματα πρόσκαιρης ιστορικής ηλιοφάνειας, χωρίς χαλαρώσεις και κενά, τον απλωμένο σε πολλά επίπεδα χώρου και χρόνου οικογενειακό βίο των Μοντανάρι μέσα στη συμβιούσα κοινότητα πολλών οικογενειών γύρω από μια κοινή αυλή. Ο αναγνώστης μένει με την εντύπωση πως άκουγε την ιστορία από το στόμα της Ζωής-Μαρίας ίσαμε την τελευταία της λέξη, έχοντας στα μάτια του την εικόνα των δύο ηρώων να κλείνουν την αυλαία με τη λήξη του δράματος.
Εκτός όλων των σημαντικών ιστορικών στοιχείων και την ανάγλυφη εικόνα της κατοχικής Αθήνας που δίνει με σαφήνεια επιμένοντας στη λεπτομέρεια και στις αποχρώσεις τόσο στο φυσικό, όσο και στο ανθρώπινο τοπίο, το μυθιστόρημα Πίστη και περηφάνια επιβάλλεται με την αλήθεια και την ομορφιά του άψογου ελληνικού ποιητικού λόγου. Ο Βαρβαρήγος, ένας συνειδητοποιημένος δημιουργός, ένας τρυφερός, γλυκύτατος πεζογράφος ποιητής, διαθέτει ευρεία θεώρηση των ιστορικών πραγμάτων του χώρου και του χρόνου, όπου κινείται συγγραφικά, και δομεί το έργο του με στέρεα υλικά πάνω σε γερές βάσεις με υπόβαθρο τον ιστορικό βίο και την ανθρωπογεωγραφία της εποχής που τον απασχολεί συγγραφικά. Γι’ αυτό κινείται άνετα και φέρνει κοντά μας τη ζοφερή εκείνη πραγματικότητα, χωρίς ωστόσο να προκαλεί τον οίκτο, αλλά τον θαυμασμό, γιατί οι ήρωές του είναι ατόφιοι, σταθεροί και πειστικοί, ολοκληρωμένοι, πραγματικοί.
Το μυθιστόρημα κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις 24 γράμματα/Δαμιανός σε πολύ προσεγμένη και πανέμορφη έκδοση με χαρακτηριστικό εξώφυλλο, που προκαλεί ευχάριστα το ενδιαφέρον. Από τις ίδιες Εκδόσεις, με επιμέλεια του Δημήτρη Βαρβαρήγου, κυκλοφορεί ο καλαίσθητος τόμος με τίτλο Μέσα από σένα, μια συλλογή διηγημάτων τριάντα Ελλήνων σύγχρονων συγγραφέων, τα οποία παρουσιάζουν ενδιαφέρον τόσο με την ποικιλία των θεμάτων, όσο και ως προς τον ξεχωριστό τρόπο που κάθε δημιουργός επιλέγει να αφηγηθεί την ιστορία του.
Πίστη και περηφάνια
Δημήτρης Βαρβαρήγος
24 γράμματα
516 σελ.
ISBN 978-618-542-383-4
Τιμή €20,00
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου